Τετάρτη 28 Μαΐου 2008

ΕΛΠ 10 εργ.1η Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784 - Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'', 1968


ΑΡΓΥΡΗΣ ΗΛΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Πρόγραμμα Σπουδών: ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Θεματική Ενότητα: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
Ακαδ. Έτος: 2007-2008
Όνομα Καθηγητή: ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ


Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784




Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'', 1968



Με αφετηρία τα εικονιζόμενα έργα τέχνης και τις μέχρι τώρα γνώσεις σας από το 1ο κεφάλαιο του 1ου τόμου της ''Εισαγωγής στον Ελληνικό πολιτισμό'', σε οκτώ δακτυλογραφημένες σελίδες σας ζητούνται τα εξής:


1. Να ορίσετε τις πολιτισμικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν τα παραπάνω έργα, τεκμηριώνοντας επιστημονικά την απάντησή σας.

2. Να εκθέσετε την πιθανή επιχειρηματολογία, υπέρ ή κατά του καθενός έργου, με βάση την παραπάνω κατηγοριοποίηση τους και τις θεωρίες στις οποίες ανάγονται τα έργα αυτά.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΕΛ. 3

ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ ΣΕΛ. 4


1. Α. Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784 ΣΕΛ. 4

1784 18ος ΑΙΩΝΑΣ ΓΑΛΛΙΑ ΣΕΛ. 4
ΑΝΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ-ΥΨΗΛΗ ΤΕΧΝΗ ΣΕΛ. 5
Β. Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'', 1968 ΣΕΛ. 6
1968 20ος ΑΙΩΝΑΣ ΛΟΝΔΙΝΟ – ΑΜΕΡΙΚΗ ΣΕΛ. 6
ΖΥΜΩΣΗ ΜΑΖΙΚΗΣ-ΔΗΜΟΦΙΛΟΥΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΣΕΛ. 7
2.Επιχειρήματα υπέρ του έργου του Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων''ΣΕΛ. 8
Επιχειρήματα κατά του έργου του Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων''ΣΕΛ. 8
Επιχειρήματα υπέρ του έργου του Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'' ΣΕΛ. 8
Επιχειρήματα κατά του έργου του Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'' ΣΕΛ. 8
ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΣΕΛ. 10
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕΛ. 11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Με τα εικονιζόμενα έργα τέχνης και τις μέχρι τώρα γνώσεις μας από το 1ο κεφάλαιο του 1ου τόμου της ''Εισαγωγής στον Ελληνικό πολιτισμό'' και σε παραλληλισμό με τη θέση του Montaigne, ο οποίος στα 1580 γράφει πως «πραγματικά φαίνεται πως δεν έχουμε άλλο κριτήριο για την αλήθεια και τη λογική παρά το παράδειγμα και την εικόνα των αντιλήψεων και των συνηθειών του τόπου όπου βρισκόμαστε » (Montaigne, 1979, σ.115) - και εκτός του τόπου βέβαια θα συμπληρώναμε και του χρόνου - έχουμε την ευγενή φιλοδοξία να προσεγγίσουμε την αλήθεια των ερωτημάτων. Στην πορεία της αλήθειας που θα ακολουθήσει κρατάμε μικρό καλάθι μια και θα την προσεγγίσουμε με λογική και καλό θα ’ταν να διευκρινίσουμε ότι σύμφωνα με το θεώρημα της μη πληρότητας του Kurt Gödel το 1930 η λογική υπολείπεται της Αλήθειας, άρα όσα και να πούμε απλώς την πλησιάζουμε.
Στη σύντομη εργασία μας συνδετικό ρόλο σε επιστημονικά και μη συμπεράσματα θα παίξει η κοινή εμπειρία - όχι μόνο η δική μας - με τη στήριξη του Αριστοτέλη, που έγραψε πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια: «πρέπει να δίνουμε προσοχή και στις αναπόδεικτες κρίσεις των έμπειρων ανθρώπων, όχι μικρότερη από εκείνη που αποδίδουμε στις κρίσεις που αποδεικνύονται, γιατί μέσω της εμπειρίας κρίνουν σωστά».
Ως προς τις πολιτισμικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν τα παραπάνω έργα,
και συγκεκριμένα το πρώτο έργο του Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'' το 1784 (18ος ΑΙΩΝ) ΓΑΛΛΙΑ ανήκει στον νεοκλασικισμό την υψηλή τέχνη της εποχής μια χρονική εποχή στη διαδικασία κορύφωσης της σύγκρουσης ανάμεσα στην αυλική αριστοκρατία και την αστική τάξη που αναζητά ανώτερο πνευματικό επίπεδο και καλλιέργεια, ενώ το δεύτερο έργο του Andy Warhol ''Η Σούπα του Campbell'', 1968 ΛΟΝΔΙΝΟ ανήκει στην popart δηλαδή την υψηλή τέχνη της δημοφιλής κουλτούρας που αποτελεί ένα τμήμα (μια έκφραση) της μαζικής κουλτούρας.
Κοινό τους σημείο η καινοτομία και των δύο για την εποχή τους, κοινό τους γνώρισμα η υψηλή τέχνη, σημαντική διαφορά ο χωροχρόνος και το πεδίο στόχου. Στην πρώτη περίπτωση είναι μικρό ενώ στη δεύτερη είναι διευρυμένο ποσοτικά.
Και στις δύο περιπτώσεις θα δούμε το κατεστημένο να χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα και να αλληλοσυγκρούεται με τις θέσεις του. Και στα δύο στρατόπεδα ανήκουν επιφανείς του πνεύματος των γραμμάτων και των τεχνών και όπως σε κάθε νέο πολλοί θα εκτεθούν όσο χρειάζεται, άλλοι περισσότερο, και άλλοι ιστορικά ανεπανόρθωτα. Ακόμη και έτσι όμως είναι καλύτερα απ’ την σιωπή των επιφανών και μη ανθρώπων σε θέσεις που άπτονται της πολιτικής.
Είναι δύσκολο να είσαι σε ετοιμότητα πνευματική για πολλά χρόνια, εδώ ο Πυθαγόρας έπνιξε τον μαθητή του Ίπασσο όταν του μίλησε για άρρητους αριθμούς (Simon Singh, Tο τελευταίο θεώρημα του Φερμά, Π. Τραυλός 1997, σελ. 85), ενώ και απ’ την άλλη πλευρά του χρόνου των μεταγενέστερων κριτών οι αρνητικές εκπλήξεις με τις κρίσεις για προγενέστερους δημιουργούς δίνουν λαβή για λόγο πχ ο Πλάτωνας για το έργο του Ομήρου ήταν σφοδρός επικριτής.
Αντλώντας απ την γνώση των επιστημόνων και με τις θέσεις τους θα προσπαθήσουμε να τεκμηριώσουμε επιστημονικά τις πολιτισμικές κατηγορίες που ανήκουν τα έργα αυτά όσο και τα επιχειρήματα, υπέρ ή κατά του καθενός έργου, με βάση την κατηγοριοποίηση τους και τις θεωρίες στις οποίες ανάγονται τα έργα αυτά.
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ
1. Να ορίσετε τις πολιτισμικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν τα παραπάνω έργα, τεκμηριώνοντας επιστημονικά την απάντησή σας.
Α. Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784
1784 18ος ΑΙΩΝΑΣ ΓΑΛΛΙΑ
«Αν μια ιστορική περίοδος είναι δυνατό να οριοθετηθεί και να προσδιοριστεί τότε δεν θα πρέπει να αναζητήσουμε το διακριτικό της γνώρισμα σε μια κύρια, δεσπόζουσα ιδέα ή αξία αλλά μάλλον στην κύρια, δεσπόζουσα σύγκρουση που τη διατρέχει.» (Γ.Πασχαλίδης, «Εισαγωγή στην έννοια του πολιτισμού», στο Ι. Βούρτσης κ.α., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμος Α’, ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 48)
Την εποχή αυτή λοιπόν βρισκόμαστε στη διαδικασία κορύφωσης της σύγκρουσης ανάμεσα στην αυλική αριστοκρατία και την αστική τάξη – μετά την αναγέννηση ήταν πηγή ανθρώπων που ασκούσαν δημιουργούσαν και κατανάλωναν τις βασικές τέχνες – με την αστική τάξη να πολεμά το ροκοκό και να αναζητά «την καθαρή, σαφή κι όχι πολύπλοκη γραμμή, για την κανονικότητα και την πειθαρχεία, για την αρμονία και την ηρεμία...» (Hauser, 1970, σ. 180)
Στο πλευρό της αστικής τάξης τάσσονται διάφοροι διαφωτιστές όπως ο Diderot (1713-1784) και ο Lessing υποστηρίζοντας το νέο αισθητικό ιδεώδες σαν ουμανιστικό πρότυπο, ενώ στην Αγγλία τα μέλη της Royal Academy of Arts (ιδρύθηκε το 1768) ονόμασαν το νέο αυτό αισθητικό ιδεώδες υψηλή τέχνη.
Ο David (1748-1835) είναι Γάλλος ζωγράφος και εκπρόσωπος της υψηλής τέχνης – νεοκλασικισμός ονομάστηκε αργότερα απ’ τους κριτικούς τέχνης - όπου κατατάσσεται και το έργο του ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784.
Ο David έχει κοινές αρχές με την υψηλή τέχνη όπως :
1. H θεματολογία να έχει σχέση με ήρωες, ιστορικά γεγονότα, και κλασικά ιδεώδη.
''Ο Όρκος των Ορατίων'' απεικονίζει ήρωες πρόθυμους να θυσιασθούν για τα κλασικά ιδεώδη της ελευθερίας και του Έθνους για το κοινό αγαθό, τις "δημοκρατικές" ιδέες, ενώ συμβολίζει τον όρκο στην ενάρετη πίστη με την δύναμη της αυτοθυσίας.
2. Η αισθητική της σύλληψης επεξεργασίας και απεικόνισης με τρόπο λιτό και ακριβή.
Σε αντίθεση με την παράδοση ο David απλοποιεί τη σύνθεση, εξαλείφει τους καλλωπισμούς της λεπτομέρειας και τα σύνθετα αποτελέσματα του φωτός και της σκιάς - επηρεαζόμενος απ’ το φως του Caravaggio - προκειμένου να είναι λιτό «είχε μάθει επίσης από την κλασική τέχνη να παραλείπει όλες τις λεπτομέρειες που δεν ήταν απαραίτητες για τη βασική εντύπωση και να επιδιώκει την απλότητα» (Ε.H. Gombrich, To χρονικό της τέχνης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998, σελ. 485)
3. Η δυνατότητα του έργου για διαχρονικότητα και οικουμενικότητα.
Η δυναμική του θέματος του όρκου και η σύνδεσή του με την παράδοση μέσω του μύθου σχετικά με το καθεαυτό θέμα της μονομαχίας των αδελφών Ορατίων από τη μία πλευρά και το μεγάλο μέγεθος του πίνακα ζωγραφικής απ’ την άλλη, μια τακτική που στοχεύει σε μεγάλο κοινό όπου και παρουσιάσθηκε σε Ρώμη και Παρίσι, δημιούργησε μια αίσθηση μανιφέστου καλλιτεχνικής αναγέννησης που είχε ανάγκη η Ευρώπη, καθιερώνοντάς το σαν σύμβολο επόμενων γενιών. πρόδηλο το νόημά του και ενάρετο με τον όρκο (θυσία). Με αυτά τα χαρακτηριστικά δημιούργησε ύφος αυστηρό και ηθικό που συνέβαλε στο ηθικό κλίμα της πολιτικής αναζήτησης τόσο με την τεχνική όσο και με την πολιτική έννοια.
4. Η πνευματική και ψυχική καλλιέργεια του ατόμου που την δέχεται.
Η πρώτη απεικόνιση του όρκου, καλλιέργησε ανθρώπους πρόθυμους να θυσιασθούν για τα σύμβολα των υψηλότερων αρετών της Δημοκρατίας - αυτό αποδείχθηκε στη συνέχεια μια και βοήθησε να πάρει φωτιά η γαλλική επανάσταση – καλλιέργησε τη θυσία του εγώ για το κοινό καλό, τις κοινές αρχές της υψηλής τέχνης για την «τέλεια πραγμάτωση του κλασικιστικού ιδεώδους».
ΑΝΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ(Υψηλή τέχνη) Δούρειος ίππος στην αριστοκρατική ιδεολογία
Στο κέντρο του Διαφωτισμού – ΓΑΛΛΙΑ – ο ρυθμός της ζωής ακούγεται και βλέπεται αλλά χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα, και ενώ «ο πολιτισμός έχει οριστεί από τους Διαφωτιστές, «ως μια αέναη οικουμενική διαδικασία κοινωνικής προόδου» (Γ.Πασχαλίδης, «Εισαγωγή στην έννοια του πολιτισμού», στο Ι. Βούρτσης κ.α., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμος Α’, ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 39)
Από κοινωνικές προσδοκίες αρκετές από ουσία όμως η κοινωνία στα μάτια των νεοκλασικιστών παρακμάζει κάτω από το βάρος της ανηθικότητας και της υποτέλειας μη μπορώντας να αποδώσει τις τιμές που αξίζουν στους ανθρώπους της.
Σαν κοινωνική ανάγκη η τέχνη φαίνεται να διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο αλλαγής, ρόλο όχι για την ίδια και τη θέση της αλλά για την ίδια την κοινωνία εν γένει και την θέση που βρίσκεται (ανήθικη και σε παρακμή), ρόλο διείσδυσης της ιδεολογία της αστικής τάξης που παλεύει να μπει στο πολιτικό προσκήνιο και να πάρει τα ηνία από την παρακμάζουσα αριστοκρατία του ροκοκό.
Βρισκόμαστε στην εποχή της πρόσφατης γέννησης των εκφράσεων cultura intellecti και cultivation για την κουλτούρα με τη δημιουργίας μιας νέας κοινωνικής ελίτ με χαρακτηριστικό το ανώτερο πνευματικό επίπεδο και την καλλιέργειά τους.
Η νέα τάξη, αυτή η ολιγάριθμη κοινωνική τάξη – νεοκλασικιστές - έχει κουραστεί απ’ την επανάληψη και την κενότητα του ροκοκό ενώ διακρίνεται για τη σημασία που δίνει στη κουλτούρα σαν τάση πνεύματος παιδείας και μόρφωσης όπως γίνεται απ’ τους ουμανιστές Thomas Moore (1779-1852) και Roger Bacon με τη μεταφορική χρήση της λέξης cultura intellecti «καλλιέργεια νου». Αντλεί ερείσματα απ’ την «… ηθική τελείωση και την ειλικρίνεια…» του παρεξηγημένου Montaigne, (Montaigne 1979, σ. 145) και παρά τους δισταγμούς των διαφωτιστών για κάποιες μορφές τέχνης όπως του Rousseau «...παραγωγή ηθών με ενάρετο βίο…» στο δοκίμιό του Πραγματεία περί των επιστημών και τεχνών, (Rousseau, Discours sur les Sciences et les Arts, 1750) με σύμμαχο την σκληρή κριτική του Mirabeau στο κατεστημένο αναζητά τον τρόπο, του να γίνει η κοινωνία ενάρετη,- ασχολούμαστε με την αρετή χωρίς να είμαστε ενάρετοι - «Εάν ρωτούσα τους περισσότερους σε τι συνίσταται κατά τη γνώμη σας ο πολιτισμός, θα μου απαντούσαν ότι ο πολιτισμός ενός λαού είναι η εξημέρωση των ηθών του, οι κομψοί τρόποι των ανθρώπων της πόλης η ευγένεια και οι γνώσεις που έχουν διαδοθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε οι κανόνες της κοσμιότητας να είναι παρόντες και να επέχουν θέση διεξοδικού νόμου. Όλα αυτά δεν αντιπροσωπεύουν για μένα παρά το προσωπείο της αρετής και όχι το πρόσωπό της* και ο πολιτισμός δεν κάνει τίποτα για την κοινωνία εάν δεν της δίνει την ουσία και τη μορφή της αρετής»(Elias,1979, σ.110)»
Οι νεοκλασικιστές αφήνουν πίσω τη θέση του Holbach (1723-1789) που μιλά για πίστωση χρόνου που χρειάζονται όλοι για την πρόοδο του πολιτισμού και της κοινωνίας, συντηρώντας το ξεπεσμένο πολιτικά και κοινωνικά αυλικό αριστοκρατικό σύστημα της σπατάλης και της πρόκλησης, καλλιεργώντας το νου, με ετοιμότητα δημιουργικής σκέψης, ποιοτικές αρχές αρετής και δημοκρατίας, ενώ παράλληλα θεμελιώνουν και ισχυροποιούν τη ρήξη τους με τους αυλικούς και τους αριστοκράτες οραματιζόμενοι την ελευθερία όταν στο σωστό χρόνο ο Γερμανός αρχαιολόγος Winckelmann (1717-1768) με τις ανακαλύψεις του συνεπικουρεί σαν βασικός θεωρητικός του νεοκλασικισμού προβάλλοντας την ελληνική κλασική τέχνη με γνώρισμα την «ευγενική απλότητα και το ήρεμο μεγαλείο» (Winckelmann, 1996, σ. 32) και στόχο της υψηλής τέχνης την ανύψωση μέσω της ελευθερίας. Η καθαρότητα της ελληνικής κλασικής τέχνης προσφέρει τις ρίζες, τα θεμέλια, την προοπτική μέσω της ελευθερίας, το λιτό, την έκφραση αισθητικής και ορθολογισμού και ωθεί τη ρήξη τους με την αριστοκρατίας συμβολίζοντας τη σημαία της (όπως οι ουμανιστές της Αναγέννησης).
Η νέα αυτή κίνηση τέχνης τους ενώνει σαν ευκαιρία αναβίωσης κλασσικών αξιών της δημοκρατίας του πατριωτισμού της αρετής – δημόσιας και ιδιωτικής – της ελευθερίας και του «αιέν αριστεύειν» (Όμηρος, Ιλιάδα, Ζ 208).
Και κορυφώνει - η κίνηση τέχνης - προς την κάθαρση με τον Condorcet (1727-1817) και τη θέση του για τον Πολιτισμό να αποτελεί το μέλλον της ανθρωπότητας με «τον Πολιτισμό ως μια δυναμική προοδευτική πορεία προς την τελειοποίηση» (Tableau historique des progrès de lesprit humain, 1794).
Η τέχνη λοιπόν με σαφή σημάδια αναζήτησης προηγείται της εποχής της Γαλλικής Επανάστασης όπου υπό την σκεπή της υψηλής τέχνης και αντλώντας τις ευγενείς φιλοδοξίες των καλλιτεχνών και των διανοούμενων θα γίνει το κυρίαρχο ρεύμα που δρα καταλυτικά στην πολιτική – πολιτισμική αλλαγή και θα ηγηθεί της Γαλλικής Επανάστασης συνεχίζοντας μετά και σαν επίσημη τέχνη της.
Β. Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'', 1968
1968 20ος ΑΙΩΝΑΣ ΛΟΝΔΙΝΟ - ΑΜΕΡΙΚΗ
''Η Σούπα του Campbell'' ανήκει στην πολιτισμική κατηγορία της «δημοφιλούς κουλτούρας» όπου σε αντίθεση με τον υποτιμητικό τίτλο «μαζική κουλτούρα» όπως αναφέρει ο Gans τονίζει τον θετικό της ρόλο στην ανάπτυξη της ατομικότητας και της ταυτότητας των καταναλωτών της και στην προαγωγή της δημιουργικότητας και της αυτοέκφρασής τους (1974, σ. 57-58). Το έργο αυτό είναι pop art και είναι βιομηχανικό προϊόν με υψηλή τέχνη που μπορεί να ‘‘τρώγεται’’ παντού, είναι εικόνα υψηλής τέχνης προς κατανάλωση όπως ένα προϊόν κονσέρβας αλλά δεν είναι έργο «μαζικής κουλτούρας» είναι «δημοφιλής κουλτούρα» γιατί το συγκεκριμένο προϊόν απευθύνεται σε πολλούς αλλά απαιτεί και αντίστοιχους υποδοχείς με τα χαρακτηριστικά υψηλής τέχνης που έχει.
Βρισκόμαστε στο ξεκίνημα μιας βιομηχανικής εποχής και έχει προηγηθεί η βιομηχανική επανάσταση με την λαϊκή τάξη πλέον να μην είναι θεατής αλλά να διεισδύει δυναμικά σε όλους τους τομείς και ειδικά στην παιδεία και την τέχνη και να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι αυτού του πάζλ. Το νέο όμως που συντελείται είναι η συστηματική ανάμειξη μεταξύ της υψηλής και μαζικής τέχνης η οποία αλλάζει το πάζλ δίνοντας “νέες” μορφές, αναγνωρίσιμες όμως. Με αυτή τη συνταγή και χρησιμοποιώντας κάποια απ’ τα δημοφιλή είδη της μαζικής κουλτούρας – βιομηχανικό design, διαφήμιση, κόμικς - ως πηγές εικονογραφίας γεννήθηκε το ζωγραφικό κίνημα της pop art στο Λονδίνο.
Ο Andy Warhol (1928-1987) ζώντας σε μια πλουραλιστική κοινωνία σπούδασε βιομηχανικό design είναι κύριος εκπρόσωπος της pop art, καταξιωμένος, παγκοσμίου φήμης, με έργα του να εκτίθενται σε γκαλερί. Το έργο του ''Η Σούπα του Campbell'' είναι αποτέλεσμα μιας εργασίας του για τη βιομηχανία Campbell για την ετικέτα κονσέρβας με τοματόσουπα. Το αποτέλεσμα ανάμειξης του βιομηχανικού προϊόντος με τέχνη ήταν η τεράστια επιτυχία της εμπορικής διάθεσης του προϊόντος και ο συγκεκριμένος πίνακας.
Η Αμερικανική κουλτούρα ήταν έτοιμη από καιρό για την επιτυχία της pop art μια και είχε όμοια στοιχεία – κοινωνία πάζλ, πολυπολιτισμική, με χαλαρούς συνεκτικούς ιστούς εντός της οικογένειας(δεν βρίσκονταν στο ίδιο τραπέζι για φαγητό), βιομηχανοποιημένη - και ήταν έτοιμη για κάτι φρέσκο, εύπεπτο, γρήγορο, μοδάτο, και αναγνωρίσιμο.
Η τέχνη προσαρμόζει και προσαρμόζεται στις ανάγκες μιας καταναλωτικής κοινωνίας με αποτέλεσμα τα έργα τέχνης να μετατρέπονται σε προϊόντα.
Η ιδεολογία της popart διεισδύει και αλλάζει την τέχνη και την κοινωνία προκαλώντας θετικά και αρνητικά σχόλια σαν φυσικό επακόλουθο της αλλαγής των εποχών.
Στους υποστηρικτές της νέας τάσης βρίσκουμε τον Raymond Williams (1921-1988) που βλέπει θετικά ότι δεν υπάρχουν «μάζες» αλλά «μόνο τρόποι να βλέπεις τους άλλους ανθρώπους ως μάζες» (1963, σ.289) και τον Mannheim με τη θέση ό, τι η μείωση της κοινωνικής απόστασης με την κατάργηση των ορίων ανάμεσα στην υψηλή και μαζική τέχνη – στο «υψηλό» και στο «χαμηλό» - αποτελεί την αναγκαία συνέπεια του κοινωνικού και πολιτισμικού εκδημοκρατισμού της ευρωπαϊκής κοινωνίας (1992, σ.242 κ.ε.) να συγκαταλέγεται στους υποστηρικτές της νέας τάσης της τέχνης και του πολιτισμού.
Απαισιόδοξα κρίνει ο Fredric Jameson το πολιτισμικό αυτό φαινόμενο ως σύμπτωμα ολοκληρωτικής εμπορευματοποίησης της τέχνης ενώ η κατάργηση των ορίων σηματοδοτεί κατάργηση της κριτικής απόστασης της τέχνης απ’ την κοινωνία (Jameson, 1999).
ΖΥΜΩΣΗ ΜΑΖΙΚΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ - ΔΗΜΟΦΙΛΟΥΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ
Ο γερμανός ποιητής και στοχαστής Friedrich Schiller (1759-1805) με την κριτική εναντίον του Διαφωτισμού για την μονομερή του θέση στη λογική και στο ότι ο άνθρωπος μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα από την πρόοδο (Schiller, 1990, σ. 90) ήταν δημιουργός
αντίστασης για το νέο ρεύμα της μαζικής κουλτούρας και μαζί του συνηγορεί και ο Samuel T. Coleridge (1772-1834) και τονίζει τη σημασία της κουλτούρας σε σχέση με τον πολιτισμό λέγοντας «ο πολιτισμός ο ίδιος δεν είναι παρά ένα αμφίβολο αγαθό, αφού μοιάζει μάλλον με τον πυρετό της αρρώστιας παρά με το άνθος της υγείας…» (On the Constitution of Church and State, 1837)
Στη συνέχεια ο Mattew Arnold οριστικοποιεί τη ρήξη ανάμεσα ανάμεσα στην
υψηλή κουλτούρα - σαν σύνολο καλλιτεχνικών και πνευματικών επιτευγμάτων και τη μαζική κουλτούρα – σαν υποπροϊόν της βιομηχανικής κοινωνίας με την περιγραφή της κουλτούρας «ότι καλύτερο έχει σκεφτεί και πει ο άνθρωπος σε όλες τις εποχές» (Matthew Arnold culture and anarchy, 1869). Το 1921 έχουμε αναδιατύπωση του χωρισμού απ’ τον Alfred Weber και τη διάκριση ανάμεσα στο υλικό και κοινό για τον πολιτισμό και πνευματικό και μοναδικό για την κουλτούρα (Weber, 1998).
Και έρχεται ο Snow το 1959 με το « Οι δύο κουλτούρες και η επιστημονική επανάσταση» (Charles P. Snow, 1959) να προτείνει το διάλογο και τη σύγκλιση βλέποντας τα θετικά της κάθε πλευράς «είναι επικίνδυνο να υπάρχουν δύο κουλτούρες οι οποίες δεν μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία η επιστήμη καθορίζει, σε μεγάλο βαθμό, τη μοίρα μας» (1995, σ. 167). Μαζί του συνηγορεί και ο Raymond Williams δίνοντας τον ορισμό της κουλτούρας σαν «ένα συνολικό τρόπο ζωής» (1993,σ. 8) που περιλαμβάνει «υψηλή» τέχνη και δημοφιλή μαζική κουλτούρα (1993, σ.6).
Ο Alexis de Tocqueville είναι ο πρώτος που στο βιβλίο του Η Δημοκρατία στην Αμερική (1835-1840) ασκεί κριτική στη μαζική κοινωνία και μιλά για την ισοπέδωση που επιφέρει σε παραδοσιακές αξίες, κοινά ήθη, κοινωνικούς δεσμούς με την εξάπλωση του ατομικισμού, του υλισμού, της λατρείας της κοινής γνώμης και την τυραννία της πλειοψηφίας (de Tocqueville, 1968, κεφ. 19-23) και καλλιτεχνική παραγωγή «κατώτερης ποιότητας, υπεράφθονη και φθηνότερη» (1968, σ.180) ενώ ο Friedrich Nietzsche επέκρινε την επέκταση της εκπαίδευσης στα λαϊκά στρώματα μιλώντας για υπονόμευση της εκπαίδευσης… «Το μέλλον των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μας» (1998, σ.50)
Στο πλευρό των διαφωνούντων και ο απίστευτος τύπος Ortega y Gasset που ξεφτιλίζει το μέσο πολίτη όταν «αναγκάζει το μέσο πολίτη να συνειδητοποιήσει ότι αυτός είναι … μια ύπαρξη ανίκανη να δεχτεί τη θεία ευχαριστία της τέχνης, τυφλός και κουτός απέναντι στην απόλυτη ομορφιά» (Ortega y Gasset, Η εξέγερση των μαζών 1998, σ. 32) μαζί με τον Τ.S. Eliot «… η μαζική κουλτούρα θα είναι πάντα ένα υποκατάστατο της πραγματικής κουλτούρας» (1980, σ. 134-135) λέγοντας ότι η διατήρηση ποιότητας επιβάλει διατήρηση μειοψηφίας, και τον F.R. Leavis να θεωρεί ως υπεύθυνες την εκβιομηχάνιση με τη μαζική κουλτούρα για την παρακμή το 1920 (Mass Civilization and Minority Culture, 1920)
Η Αριστερή κριτική χαρακτηρίζει την μαζική κουλτούρα σαν καθεστώς εκμετάλλευσης και υποτέλειας των λαϊκών στρωμάτων με χαρακτήρα εμπορευματικό και εφήμερο.
Κύριοι εκφραστές της ήταν ο Adorno και ο Horkheimer απ’ τη Σχολή της Φραγκφούρτης μιλώντας για διαφορετική εκδοχή του ολοκληρωτισμού τόσο σε πολιτικό όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο. Είναι δηλαδή «μπίζνες» (Adorno και Horkheimer, 1984, σ. 70) και «βελτιώσεις της μαζικής παραγωγής» (Adorno και Horkheimer, 1984, σ. 87) στο όνομα μιας ελευθερίας επιλογής στην «ελευθερία επιλογής ενός πράγματος που είναι πάντα ίδιο»
(Adorno και Horkheimer, 1984, σ. 72-73) και πετυχαίνουν να αλλάξουν τον πελάτη από υποκείμενο σε αντικείμενο «ο πελάτης δεν είναι …[ο] βασιλιάς, το υποκείμενό της, αλλά το αντικείμενό της» ((Adorno, 1989, σ. 15) χαρακτηρίζοντας το αντικείμενο αυτό «μαζάνθρωπο» η Arendt (1906-1975) στη μελέτη της To ολοκληρωτικό σύστημα (1951) σαν αποτέλεσμα ατομικισμού και πολιτικής εξουδετέρωσης των λαϊκών στρωμάτων που είχε καλλιεργήσει η ίδια η αστική κοινωνία (1988, σ. 44-45), με την κουλτούρα να είναι «ένα κοινωνικό εμπόρευμα» που κυκλοφορεί και εξαργυρώνεται «ως κοινωνικό νόμισμα με σκοπό της απόκτηση κοινωνικού στάτους» (Arendt, 1960, σ. 126).
Και όμως υπάρχουν χειρότερα απ’ τον «μαζάνθρωπο» με τα ομοιώματα πραγματικότητας να παίρνουν τη θέση των αξιών «κάθε πολιτιστική ή πολιτική αξία έχει εξαλειφθεί» εκτός τον άνθρωπο χάσαμε και το πνεύμα; Baudrillard (1929-2007) (1994, σ. 290-292).
Μετά o Umberto Eco με το έργο του Κήνσορες και θεράποντες(1964) αναβαθμίζει τον τίτλο μαζική κουλτούρα και επιζητεί την συλλογική παρέμβαση των διανοούμενων στον κόσμο παραγωγής της μαζικής κουλτούρας στοχεύοντας στην πολιτισμική εξυγίανσή του, ενώ βγάζει το στίγμα απ’ τους καταναλωτές ψυχαγωγίας λέγοντας ότι «δεν αποτελεί μια a priori διαφορά αξίας αλλά μια διαφορά στη σχέση πρόσληψης που εδραιώνεται κάθε φορά με τον καθένα μας», δηλαδή «μεταξύ του καταναλωτή της ποίησης του Πάουντ και του καταναλωτή αστυνομικών μυθιστορημάτων δυνάμει δεν υπάρχει καμιά διαφορά κοινωνικής τάξης ή διανοητικού επιπέδου» (1987, σ. 87). Η αυξημένη συχνότητα όμως αναζήτησης «διέγερσης ψυχαγωγίας» σημαίνει εν δυνάμει και όχι a priori διαφορά διανοητικού επιπέδου με πιθανή έκπτωση σε διαφορά κοινωνικής τάξης, μια και η αυξημένη συχνότητα οδηγεί γρηγορότερα την αλλαγή του χρήστη από «υποκείμενο» σε «αντικείμενο» (Adorno, 1989, σ. 15), λαμβάνοντας δε υπόψη και «θέσει» «ότι ένας λογιστής μπορεί να απολαύσει μόνον το αστυνομικό μυθιστόρημα και επομένως βρίσκεται σε καθεστώς πολιτιστικής υποτέλειας» (Eco, 1987, σ. 88) τότε γίνεται βεβαιότητα η έκπτωση. «Το πρόβλημα, όπως ήδη είπαμε, είναι κυρίως πολιτικό» και πάλι καλά που ο άνθρωπος της διανόησης «δέχεται να κατέβει από το επίπεδό του» και να καταναλώσει μαζική κουλτούρα «που υφίσταται τη γοητεία της αρχέγονης επίκλησής της»(ο.π.. σ. 89).
Ένοχη η μαζική κουλτούρα αλλά πιο ένοχοι οι δημιουργοί υποδοχών μαζικής κουλτούρας η ύπαρξη μαζικής μη κουλτούρας, η μη ύπαρξη πολιτισμού, η μη ύπαρξη πολιτικής, η αποπολιτικοποίηση του πολίτη. Όταν η πολιτική ζωή και σκέψη εκλείψει, μειώνεται και η κριτική διάθεση του ανθρώπου απέναντι στο κατεστημένο, και τείνει η καθημερινότητά του να υπηρετεί τη λήθη πληρώνει για να μένουν ανεκπλήρωτες οι ανάγκες και οι επιθυμίες του μένοντας μόνο στην δήλωση ότι ανταποκρίνονται σε αυτές και αυτό αποτελεί τη γοητεία της μαζικής κουλτούρας Hans Magnus Enzensberger «Για μια Θεωρία των Μέσων Επικοινωνίας» (1970). Η πολυπλοκότητα της μαζικής κουλτούρας και της διαδικασίας πρόσληψή της και το ότι η κουλτούρα και η ιδεολογία δεν διακρίνονται σε δύο αντίπαλους ταξικούς πόλους σύμφωνα με τον Antonio Gramsci (1891-1937) ανασκευάζονται απ’ το Centre for Contemporary Cultural Studies του Πανεπιστημίου του Birmingham, που τονίζεται η πολυπλοκότητα και στη διαδικασία πρόσληψής της.
Έρχεται μετά όμως ο Stuart Hall για να δηλώσει την ευελιξία του περιεχομένου και την πολιτική διάσταση στη δημοφιλή κουλτούρα σαν το «πεδίο όπου διεξάγεται ο αγώνας υπέρ αλλά και κατά της ηγεμονικής κουλτούρας … μια αρένα συναίνεσης και αντίστασης» (Hall, 1981, σ. 239) που έχει να κάνει με όλες τις συνισταμένες - εξουσία, κοινωνία, ανισότητα, επιλογές, ανταγωνισμός, αξίες, σχέσεις, ταυτότητες - και εν γένει τη ζωή μας, θεμελιώνοντας έτσι τη μελέτη της δημοφιλούς κουλτούρας σαν πολιτισμικές σπουδές.
2. Να εκθέσετε την πιθανή επιχειρηματολογία, υπέρ ή κατά του καθενός έργου, με βάση την παραπάνω κατηγοριοποίηση τους και τις θεωρίες στις οποίες ανάγονται τα έργα αυτά.
Επιχειρήματα υπέρ του έργου του Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784
Κατά τον Πλάτωνα ανήκει στην υψηλή τέχνη έχοντας την υποδειγματική και διδακτική αναπαράσταση του Ιδανικού και του Αληθινού κάτι που διδάσκει την ευσέβεια, την αρετή, και τη φρόνηση (Πολιτεία 595a-607e) μια και το έργο αυτό προβάλλει τους ήρωες με αισθητική και διαχρονικές οικουμενικές αρχές κλασσικής τέχνης.
Η υψηλή τέχνη προκύπτει σαν αποτέλεσμα μιας πολιτισμικής ιεραρχίας της κοινωνίας «ότι καλύτερο έχει σκεφτεί και πει ο άνθρωπος σε όλες τις εποχές» είναι το ιδεώδες της υψηλής κουλτούρας και κατ’ επέκταση τέχνης (Matthew Arnold culture and anarchy, 1869)
Επιχειρήματα κατά του έργου του Jacques- Louis David ''Ο Όρκος των Ορατίων'', 1784
Απευθύνεται σε λίγους που έχουν πρόσβαση στην υψηλή τέχνη και κατανοούν τα νοήματά της. Έτσι συντηρεί τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις σε απόσταση απ’ τις χαμηλότερες στην κοινωνική ιεραρχία μια και αυτές τα χρησιμοποιούν και τα αποκτούν συνεπώς «η υψηλή τέχνη» είναι αυτή που καταναλώνει η ελίτ που κατέχει μια προνομιακή θέση σε μια ιεραρχικά δομημένη κοινωνία Karl Mannheim (1992) Pierre Bourdieu (1972,1979)
Η Linda Nochlin (Γιατί δεν υπάρχουν μεγάλες καλλιτέχνιδες, 1971) ασκεί φεμινιστική κριτική για τον ανδροκεντρικό χαρακτήρα που ήταν συμβατό με την τέχνη της εποχής.
Επίσης με το συμβολισμό της δεσπόζουσας θέση του πατέρα συμπράττει στη διαμόρφωση και επικράτηση της πατριαρχίας με την καταπιεστική και αυταρχική ιδεολογία.
Ο εθνοκεντρικός ναρκισσισμός που καλλιεργήθηκε απ’ τον ευρωκεντρικό προσανατολισμό της έννοιας και του κανόνα της υψηλής τέχνης. (Γ.Πασχαλίδης, «Εισαγωγή στην έννοια του πολιτισμού», στο Ι. Βούρτσης κ.α., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμος Α’, ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 90) ενώ είναι φανερή η επιρροή του αυταρχικού καθεστώτος (πατριαρχία) και της αποικιοκρατίας στους πολίτες (Said, 1996, 1997)
Επιχειρήματα υπέρ του έργου του Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'', 1968
Ο άνθρωπος αποκτά προστιθέμενη αξία στις επιλογές τους, έτσι ενεργοποιεί αντανακλαστικά προσωπικής ευθύνης, κοινωνικής ευθύνης, παιδείας, συμπεριφοράς με ευγενείς προθέσεις απέναντι τόσο για τον ίδιο μα περισσότερο για το κοινωνικό σύνολο αποφεύγοντας την «εκ..πτώση» μέσω της δαιμονοποίησης της μαζικής κουλτούρας.
Μέσω της μαζικής κουλτούρας μπορεί να εφαρμοσθεί ένα λαικοπαιδαγωγικό εκπολιτιστικό πρόγραμμα και τάσσεται υπέρ του ο Arnold (Matthew Arnold culture and anarchy, 1968) ενώ ο Snow …ως προφήτης της μαζικής κουλτούρας λέει πως ήρθε να καλύψει ανάγκες και να δημιουργήσει πεδία συνεργασίας και διαλόγου προτείνοντας τη σύγκλιση των δύο κόσμων μεταξύ των επιστημόνων και των διανοούμενων των γραμμάτων.. «Οι δυο κουλτούρες και η επιστημονική επανάσταση»(Charles P.Snow, 1959)
Επίσης τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ) σαν αδέλφια με τη μαζική κουλτούρα και την παράλληλη ανάπτυξή τους οδήγησαν σε πρωτοφανή συμμετοχή τα λαϊκά στρώματα και μεταμόρφωσαν τον κόσμο της τέχνης μέσω νέων μορφών και τρόπων έκφρασης.
Επιχειρήματα κατά του έργου του Andy Warhol , ''Η Σούπα του Campbell'', 1968
Άλλες φορές κατά τον Πλάτωνα «τον των πολλών έρωτα»(Πολιτεία 608a) καλλιεργούν ψευδαισθήσεις προάγουν την ασέβεια, και ικανοποιούν τα ευτελή πάθη οι δημοφιλείς τέχνες και άλλες φορές η μαζική κουλτούρα κατά τον Samuel T. Coleridge οδηγεί στη λήθη, ξεχνά την κουλτούρα και τον προοδευτικό πολιτισμό και ασχολείται με τον βιομηχανικό πολιτισμό όπου στέκεται μόνος και « …ένα έθνος διαθέτει μάλλον λούστρο παρά ένα εξευγενισμένο λαό, όταν ο πολιτισμός του δεν βασίζεται στην καλλιέργεια, στην αρμονική ανάπτυξη εκείνων των ιδιοτήτων και ικανοτήτων που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο». (On the Constitution of Church and State, 1837). Η μαζική κουλτούρα κατά τον Ortega y Gasset υποβαθμίζει τον πολίτη «αναγκάζει το μέσο πολίτη να συνειδητοποιήσει ότι αυτός είναι … μια ύπαρξη ανίκανη να δεχτεί τη θεία ευχαριστία της τέχνης, τυφλός και κουτός απέναντι στην απόλυτη ομορφιά» (Ortega y Gasset, Η εξέγερση των μαζών 1998, σ. 32), οδηγώντας τον στην συχνή χρήση υποκατάστατων «… η μαζική κουλτούρα θα είναι πάντα ένα υποκατάστατο της πραγματικής κουλτούρας» Τ.S. Eliot (1980, σ. 134-135), χωρίς να έχει διάρκεια «δεν παράγεται … για να διαρκέσει» (1994, σ. 266-268) και «κάθε πολιτιστική ή πολιτική αξία έχει εξαλειφθεί» παίρνοντας τη θέση τους ομοιώματα πραγματικότητας (Baudrillard, 1994, σ. 290-292).
Και βέβαια η Αριστερή κριτική μια και η μαζική κουλτούρα απευθύνεται στην ίδια «ομάδα» την χαρακτηρίζει σαν καθεστώς εκμετάλλευσης και υποτέλειας των λαϊκών στρωμάτων με χαρακτήρα εμπορευματικό και εφήμερο. Αντλεί τα επιχειρήματά της απ’ τη Σχολή της Φραγκφούρτης - κύριοι εκφραστές της ήταν ο Adorno και ο Horkheimer - μιλώντας για διαφορετική εκδοχή του ολοκληρωτισμού τόσο σε πολιτικό όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο. Είναι δηλαδή «μπίζνες» και «βελτιώσεις της μαζικής παραγωγής» στο όνομα μιας ελευθερίας επιλογής στην «ελευθερία επιλογής ενός πράγματος που είναι πάντα ίδιο» (Adorno και Horkheimer, 1984, σ. 70,72-73,87) και πετυχαίνουν να αλλάξουν τον πελάτη από υποκείμενο σε αντικείμενο «ο πελάτης δεν είναι …[ο] βασιλιάς, το υποκείμενό της, αλλά το αντικείμενό της» ((Adorno, 1989, σ. 15)
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Κατά την περίοδο της ιστορίας άνθρωποι από διάφορες θέσεις (βασιλιάδες, δικτάτορες, επαναστάτες, καλλιτέχνες, ταραχοποιοί κλπ) έχουν χρησιμοποιήσει την τέχνη ως μέσον για να διαδοθούν οι ιδέες τους στον κόσμο ενώ η Αγορά της Τέχνης συγκέντρωνε ανέκαθεν τις ισχυρότερες προσωπικότητες.
Το 1784 υπάρχει λαϊκή τέχνη και υψηλή τέχνη όχι όμως μαζική κουλτούρα. Η μαζική κουλτούρα εμφανίζεται όταν ο κοινωνιολόγος Thorstein Veblen (1978) διέκρινε το 1899 ότι ένα νέο μεσοαστικό στρώμα προκειμένου να αυξήσει την κοινωνική του υπεροχή χρησιμοποιεί την «επιδεικτική» κατανάλωση για αγαθά συμβολικής αξίας. Αργότερα αυτό πέρασε σε όλα τα αγαθά της καθημερινότητάς μας κάνοντάς μας συνυπεύθυνους με τις επιλογές μας. Μέσα από τα δύο έργα τις ομοιότητες και τις διαφορές μπορούμε να διακρίνουμε πως η νέα τέχνη χαράσσει την πορεία της, προσπερνώντας τους δημιουργούς της και ωθώντας την κοινωνία σε νέες εγκυμοσύνες δημιουργών νέας τέχνης.
Οι καλλιτεχνικές διακρίσεις και πολιτισμικές ιεραρχήσεις αποκτώνται και καλλιεργούνται στο οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον υπηρετώντας την διατήρηση των κοινωνικών διαφορών λέει ο Bourdieu στην έρευνά του (La Distinction, 1979) και παρουσιάζονται σαν αποτέλεσμα μάλλον παρά σαν πολιτισμική ανισότητα.
Αν και ο «ιστορικός υλισμός» μπορεί να κερδίζει πάντα (Benjamin, 1969, σ. 253/ ελλ.μτφρ. σσ. 32-33) η τέχνη αναγεννάτε ακόμη και αν τα πτώματα που άφησε πίσω της ήταν των δημιουργών της επιβεβαιώνοντας την αλληγορία του υποκειμένου με το αντικείμενο, αυτή εξάλλου είναι η πορεία προς την γνώση, αυτή είναι η πορεία του πνεύματος.
Και ο Benjamin είναι δεκτικός και θετικός στη μαζική κουλτούρα με το δοκίμιό του «Το έργο τέχνης στην εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς του» (1936), μια και κάνει τα έργα διαθέσιμα και προσιτά στον καθένα.
«δίπλα στο μουσείο ένα νέο πεδίο καλλιτεχνικής εμπειρίας, μεγαλύτερο από κάθε άλλο που ξέραμε μέχρι τώρα … έχει πλέον ανοίξει χάρη στην αναπαραγωγή . Αυτό το νέο πεδίο αποτελεί για πρώτη φορά την κοινή κληρονομιά όλης της ανθρωπότητας» (Malraux, 1978, σ. 46)
…. μα πιο δίπλα απ’ το μουσείο στο σπίτι μας το Internet προσπερνώντας τοίχους, αντιλήψεις, στεγανά, κόστη, δίνει δικαίωμα και βήμα για δημιουργία για γνώση για νέα πολιτισμική επανάσταση φέρνει το προσιτό «σπίτι» και στερεί τη δικαιολογία του μη ελεύθερου χρόνου και της προβληματικής εκπαίδευσης στις κατώτερες τάξεις.
Κοινό αποτέλεσμα και για τις δύο εποχές των έργων τέχνης που ασχοληθήκαμε η ανέλιξη του πολιτισμού και κληρονομιά η παρακαταθήκη ότι αξίζει να συνεχίζεται σταθερά η ίδια προσπάθεια ακόμη και αν φθάσαμε σε ένα αποτέλεσμα, το αντίθετο δηλαδή του νόμου της φθίνουσας αποδοτικότητας και του νόμου της εντροπίας.
« ω ράτσα άθλια και εφήμερη, παιδί της τύχης και της ταλαιπωρίας, γιατί μ' αναγκάζεις να σου φανερώσω κείνο που θα 'ταν καλύτερα για σένα να μην το ακούσεις ποτέ ; …» ΝΙΤΣΕ (1872)
(Η γέννηση της τραγωδίας, Εκδοτική Θεσσαλονίκης(ξέχασαν το χρόνο) σελ. 41)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Adorno και Horkheimer «Η βιομηχανία της κουλτούρας: Ο Διαφωτισμός ως εξαπάτηση των μαζών», στο Αντόρνο, Λόβενταλ, κ.α. Τέχνη και ΜαζικήΚουλτούρα, μτφρ. Ζ. Σαρίκας, Ύψιλλον, Αθήνα 1984.
Arendt Η. , To ολοκληρωτικό σύστημα, μτφρ. Γ. Λάμψας, Ευρύαλος, Αθήνα 1988
Arnold Matthew, Culture and Anarchy, Cambridge Univercity Press, Λονδίνο 1932.
Benjamin Το έργο τέχνης στην εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς του 1936
Bourdieu La Distinction, 1979
Charles P. Snow Οι δύο κουλτούρες και η επιστημονική επανάσταση, 1959.
Condorcet Tableau historique des progrès de l’ esprit humain, 1794.
Eco Umberto, Κήνσορες και θεράποντες(1964),μτφρ. Ε. Καλλιφατίδη, Γνώση 1987.
Eco Umberto, Πώς γίνεται μια διπλωματική εργασία, Αθήνα 1994.
Eliot Τ.S. Σημειώσεις για τον ορισμό της κουλτούρας, μτφρ. Ν Ησαία, Πλέθρο, Αθήνα 1980.
Enzensberger H. M. Για μια Θεωρία των Μέσων Επικοινωνίας, μτφρ. Γ. Βαμβαλής, Επίκουρος, Αθήνα 1981.
Gombrich Ε.H., To χρονικό της τέχνης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998.
Hall Stuart, «Notes on deconstructing ‘‘the popular’’», στο R. Samuel (επιμ.), People’s History and Socialist Theory, Routledge, Λονδίνο 1981.
Jameson F, Το μεταμοντέρνο, μτφρ. Γ. Βάρσος, Νεφέλη, Αθήνα 1999.
Mannheim Κ, Essays on the Sociology of Culture, μτφρ. E. Mannheim, Routledge, Λονδίνο 1992.
Montaigne M. de, Δοκίμια, μτφρ. Θ. Νάκας, εκδ. ΚΑΛΒΟΣ, Αθήνα 1979.
Nietzsche F. Μαθήματα για την παιδεία, μτφρ. Ν.Μ.Σκουτερόπουλος, Printa, Αθήνα 1998α
Nochlin Linda, «Γιατί δεν υπάρχουν μεγάλες καλλιτέχνιδες;», μτφρ. Μ. Μητσού – Παπά, Σκούπα 5 1981.
Όμηρος Ιλιάδα, .
Πασχαλίδης Γ., κ.α. «Εισαγωγή στην έννοια του πολιτισμού», Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμος Α’, ΕΑΠ, Πάτρα 1999.
Rousseau Rousseau, Discours sur les Sciences et les Arts, 1750.
Said, Ιμπεριαλισμός και Κουλτούρα, μτφρ. Φ. Τερζάκης, Νεφέλη, 1996.
Samuel T. Coleridge On the Constitution of Church and State, 1837.
Schiller Friedrich, Για την αισθητική παιδεία του ανθρώπου, μτφρ. Κ. Λεονταρίτου, Οδυσσέας, Αθήνα 1990.
Simon Singh, Tο τελευταίο θεώρημα του Φερμά, μτφρ.Α.Σπανού, Π.Τραυλός,1997
Slaoj Zizek To υψηλό αντικείμενο της ιδεολογίας, μτφρ. Β. Ιακώβου, Skripta, Αθήνα 2006.
Tocqueville A. De Η Δημοκρατία στην Αμερική, μτφρ. Β.Καζαντζή, Καραβίας, Αθήνα 1968.
Veblen Thorstein, Η θεωρία της αργόσχολης τάξης,μτφρ. Β. Καζαντζή, Καραβίας, Αθήνα 1978.
Winckelmann J. J., Σκέψεις για τη μίμηση των Ελληνικών έργων στη Ζωγραφική και τη γλυπτική, μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, Ίνδικτος, Αθήνα 1996.
Williams R, «Διαμάχη για τις επικοινωνίες», στο Κ. Λιβιεράτος – Τ. Φραγκούλης (επιμ.), Η Κουλτούρα των μέσων, μτφρ. Λ. Ζήση, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1994.