Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

ΕΛΠ 21 εργ.3η Πολύβιος, Θουκυδίδης και Νεκρικοί διάλογοι... του Λουκιανού

ΑΡΓΥΡΗΣ ΗΛΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Πρόγραμμα Σπουδών:                        ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Θεματική Ενότητα:                 ΕΛΠ 21          
Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία
Ακαδημαϊκό Έτος:                  2009-2010
Όνομα Καθηγήτριας:              ΑΘΗΝΑ ΜΠΑΖΟΥ

Θέμα 3ης γραπτής εργασίας 2009-2010

Καταληκτική ημερομηνία παράδοσης: 7/3/2010

 Α) Αφού μελετήσετε τα αποσπάσματα του Πολυβίου 8.11.3–6 (= Εγχειρίδιο ΕΑΠ, τόμος Β´, σσ. 131-2), 1.1.1–6 και 1.14.1-9 (=Κείμενα από την 3τομη «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας», κείμ. 208 και 209), να προσδιορίσετε σε αυτά βασικές αρχές της ιστορικής σκέψης και μεθόδου του ιστορικού και να τις συγκρίνετε με τις αντίστοιχες αρχές του Θουκυδίδη, όπως αυτές ορίζονται στα κεφάλαια 1.1 (=Εγχειρίδιο ΕΑΠ, τόμος Α´, σ. 380) και 1.21-22 (=Εγχειρίδιο ΕΑΠ, τόμος Α´, σσ. 391–2).

Β) Στα κείμενα του Λουκιανού Νεκρικοί Διάλογοι 2 (=Κείμενα από την 3τομη «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας», κείμ. 231) και Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος §§ 20-21 (σας δίνεται στη συνέχεια), να εντοπίσετε τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της τέχνης του Λουκιανού και τους στόχους εναντίον των οποίων στρέφεται η σάτιρα που αυτός ασκεί.





















ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ



ΕΙΣΑΓΩΓΗ                                                                                                                ΣΕΛ. 2

ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ                                                                                                         ΣΕΛ. 2

Α.               Bασικές αρχές της ιστορικής σκέψης και μεθόδου του ιστορικού Πολυβίου
και σύγκριση με τις αντίστοιχες αρχές του Θουκυδίδη.

1.    Μέθοδος της ιστορικής σκέψης του Πολύβιου και σύγκριση
με τη μέθοδο του Θουκυδίδη:                                                                               ΣΕΛ. 2
2.    Αρχές της ιστορικής σκέψης του Πολύβιου και σύγκριση
με τις αρχές του Θουκυδίδη:                                                                                  ΣΕΛ. 3



Β.               Εντοπισμός των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της τέχνης του Λουκιανού και των στόχων εναντίον των οποίων στρέφεται η σάτιρα που αυτός ασκεί:                 

1.    Εντοπισμός των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της τέχνης του Λουκιανού:                  ΣΕΛ. 5
2.    Στόχοι εναντίον των οποίων στρέφεται η σάτιρα που ασκεί ο Λουκιανός:            ΣΕΛ. 6

           

ΕΠΙΛΟΓΟΣ                                                                                                                ΣΕΛ. 8


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ                                                                                                       ΣΕΛ. 10


ΕΙΣΑΓΩΓΗ                                                                                                     
Η εργασία είναι μια μελέτη σε βασικές αρχές της ιστορικής σκέψης και μεθόδου πάνω στα αποσπάσματα του: Πολυβίου 8.11.3–6 (= Εγχειρίδιο ΕΑΠ, τόμος Β´, σσ. 131-2), 1.1.1–6 και 1.14.1-9 (=Κείμενα από την 3τομη «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας», κείμ. 208 και 209) και  στα κείμενα του Θουκυδίδη 1.1 (=Εγχειρίδιο ΕΑΠ, τόμος Α´, σ. 380) και 1.21-22 (=Εγχειρίδιο ΕΑΠ, τόμος Α´, σσ. 391–2) στην πρώτη της ενότητα. Στην δεύτερη ενότητα η μελέτη θα επεκταθεί στα κείμενα του Λουκιανού Νεκρικοί Διάλογοι 2 (=Κείμενα από την 3τομη «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας», κείμ. 231) και Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος §§ 20-21, για να εντοπίσει τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της τέχνης του Λουκιανού και τους στόχους εναντίον των οποίων στρέφεται η σάτιρα που αυτός ασκεί.
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ                                                                                          
Α. 1.           Μέθοδος της ιστορικής σκέψης του Πολύβιου και σύγκριση με τη μέθοδο του Θουκυδίδη:
Ο Πολύβιος έχει την πεποίθηση ότι το μεταίχμιο της ιστορίας κλείνει το μάτι στη Ρώμη και μεθοδολογικά ακολουθεί την παράδοση της μνημειακής ιστορίας[1] δίνοντας σημασία στα άξια και απίστευτα γεγονότα, όπως ο Θουκυδίδης. ο οποίος ασκεί δριμεία κριτική του πολέμου, ενώ ο Πολύβιος λέει ότι «Ο πόλεμος είναι τρομερό πράγμα, όχι όμως τόσο τρομερό, ώστε να υπομείνουμε τα πάντα προκειμένου να τον αποφύγουμε».[2]
Η μεθοδολογία και των δύο θεωρεί απαραίτητη την πολιτική και στρατιωτική εμπειρία, αφού ενδιαφέρονται για αντίστοιχα συμβάντα. Ο Πολύβιος κοινοποιεί το πολίτευμα νίκης των Ρωμαίων που θεωρεί ως βάση δημιουργίας της αυτοκρατορίας[3] και ο Θουκυδίδης[4] μένει προσηλωμένος στο κυρίως θέμα, χωρίς παρέκκλιση απ’ τα  γεγονότα.
Η χρονική μεθοδολογία στην ιστορία του Πολύβιου οργανώνεται κατά έτη,[5] ενώ ο Θουκυδίδης επενδύει τη βασική οργάνωση του έργου σύμφωνα με τη φυσική διαίρεση του στρατιωτικού έτους, σε καλοκαίρια και χειμώνες.
Η μεθοδολογία των πηγών έχει κοινά γνωρίσματα και ο Πολύβιος απαιτεί άμεση επαφή με τα γεγονότα μακριά από τις βιβλιοθήκες.[6] Ο Θουκυδίδης βασίζεται κυρίως σε προφορικές πηγές και για την αντίληψη της σημασίας του γεγονότος μορφοποιεί ένα είδωλο σκέψης, εντός του πλαισίου των εννοιολογικών αντιθέσεων.
Η μεθοδολογία της βιογραφικής τάσης, ως όλον, βρίσκει και τους δύο αρνητικούς, γιατί οδηγεί στην υποβάθμιση του συνόλου της ιστοριογραφίας, συμφωνούν όμως με την ένταξη των βιογραφιών στην ελληνική ιστορία ως μέρος.
Η μεθοδολογία των δημηγοριών είναι κοινή και στους δύο και χρησιμεύει στην ερμηνεία της στάσης των δημόσιων ανδρών απέναντι στις επιθυμίες του λαού. Ο Θουκυδίδης υπερέχει στην πραγμάτευση σε ζεύγη αντίθετων δημηγοριών, λόγω της ρητορικής του μαθητείας και πλησιάζει εγγύτερα στο πραγματικό νόημα των λόγων που ειπώθηκαν, μέσω της διαφορετικής οπτικής γωνίας των στρατιωτικών και των πολιτικών.
Απορρίπτουν και οι δύο τη μεθοδολογία του εντυπωσιασμού με τον Πολύβιο να μην θεωρεί ότι η ιστορία πρέπει να ψυχαγωγεί και να μην υποκύπτει στον εντυπωσιασμό προς τέρψιν του αναγνωστικού κοινού.[7] Ο Θουκυδίδης έχει επίγνωση της καινοτομίας του και αποκλείει τον μύθο απ’ την ιστορία ως προσδοκία του ωφέλιμου.[8]
Η μεθοδολογία της ρητορικής, τους βρίσκει σε αντίπαλα στρατόπεδα. Ο Πολύβιος ασκεί πολεμική στις ρητορικές[9] επιδράσεις και δεν τις υιοθετεί. Ο Θουκυδίδης όμως δεν τις θεωρεί ικανές από μόνες τους, να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής στο δήμο και η επιστημονική του μέθοδος ερμηνείας με το αφηρημένο ύφος σε μαρτυρίες και αιτιότητα, είναι γνώρισμα του φιλοσοφικού και ρητορικού κλάδου.[10]
Ο Πολύβιος έχει μια πρόθεση δόλου στη μεθοδολογία του, γιατί προσδοκεί να επιβληθεί στις πολιτικές καταστάσεις, κάτι που δεν υφίσταται στον Θουκυδίδη.
2.           Αρχές της ιστορικής σκέψης του Πολύβιου και σύγκριση με τις αρχές του Θουκυδίδη:      
Η ελληνιστική ιστοριογραφία δίνει έμφαση στον συμβιβασμό με την τύχη ή τις εξωτερικές περιστάσεις, λόγω των γρήγορων αλλαγών και της δύναμης στις αυλές των μοναρχών. Ο Πολύβιος προσπαθεί να μην εξαρτάται το έργο του απ’ τη βασιλική εξουσία, ως αρχή της αυτονομίας, κάτι που διακρίνει άλλωστε και τον Θουκυδίδη.
Η αρχή της αλήθειας παραμένει σηματωρός αξία της ιστορίας, τόσο για τον Πολύβιο που την υπηρετεί με ευγενείς προθέσεις ως τεκμήριο αμεροληψίας, όσο και για τον Θουκυδίδη που χαρακτηρίζεται ως ιερεύς της αλήθειας.
Η αρχή της ορθολογιστικής σκέψης στην μελέτη και ερμηνεία των γεγονότων είναι κοινός τόπος και για τους δύο. Ο Θουκυδίδης εκφράζει δυσπιστία απέναντι στις δεισιδαιμονίες και καινοτομεί με την παράληψη των μεταφυσικών αιτιών,[11] αναλύοντας ορθολογικά τις ψυχολογικές διαδικασίες που διέπουν τις ανθρώπινες αποφάσεις.
Η αρχή της αντικειμενικότητας διέπει τον Πολύβιο στην κρίση-ανάλυση των ιστορικών πηγών, των προσώπων, των εχθρών, των φίλων και της πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης των κρατών, χωρίς μεροληπτική διάθεση των προσωπικών σχέσεων. Ο Θουκυδίδης ως μεγαλοφυΐα ζητά να φθάσει όσο το δυνατό κοντά στην αλήθεια,[12] γράφοντας αντικειμενική αλλά πατριωτική ιστορία, μειονεκτεί όμως σε αξιοπιστία και αντικειμενικότητα στην αναγωγή του ειδικού και επιμέρους σε γενικό και καθολικό.[13]
Η αρχή των ίσων αποστάσεων και των δύο βρίσκεται στις ρίζες της δικαιοσύνης. Δεν διστάζουν να ψέγουν φίλους και να επαινούν εχθρούς, να αποδίδουν έπαινο και μομφή στους ίδιους ανθρώπους και δεν κρίνουν συναισθηματικά τα πρόσωπα που ενεργούν για να κρίνουν σωστά. Η αρχή όμως αυτή που εμπεριέχει το σωστό και δίκαιο, δεν έχει καθολική ισχύ και δεν ισχύει για παράδειγμα στην κρίση των διαφόρων πολιτευμάτων.[14]
Η αρχή της αιτιότητας με ανάλυση της αιτίας στο μέτρο της ακρίβειας συμβάλλει στην αυτονομία της ιστορίας. Ο Πολύβιος αναγνωρίζοντας την σπουδαιότητά της κοινοποιεί την αιτιολογική κατανόηση των γεγονότων, όμως δεν διεισδύει στην γενικότητα και στο βάθος των κινήτρων, γιατί δεν είναι βαθύς στοχαστής.[15] Ο Θουκυδίδης μεθοδεύει την ανάλυση με αιτίες και κίνητρα, χαρακτηριστικό της ρητορικής, διαπλέκει αντιθετικά και γόνιμα θέσεις θεωρώντας τις αιτίες κυρίως ψυχολογικές και αναζητεί την πρωτογενή εκτίμηση των αιτιών,[16] άσχετα με το αν είναι αληθινές ή επιφανειακές.[17]  
Η αρχή της επισκόπησης τονίζει την σημασία της πρακτικής εμπειρίας (ταξιδιού) και της άμεσης παρατήρησης για τον Πολύβιο. Ο Θουκυδίδης ταξιδεύει σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο για να έχει εκ του σύνεγγυς επικοινωνία και με τους δύο αντιπάλους, ασκεί ακριβή έλεγχο στις πηγές που κρατεί μυστικές και δεν τις εκθέτει, ενώ δεν προβάλλει την εικόνα ενός περιηγητή πόλεων και  πολιτισμών.
Η αρχή της αγωγής των πολιτών υπηρετείται και απ’ τους δύο με την ιστορία ως υλικό γνώσης, διδακτικής αντίληψης και σωστής παιδείας που διεισδύει στο λαό, στην ανώτερη τάξη και σε όσους ασκούν πολιτική δράση, αναβαθμίζοντας το ήθος και τον πολιτικό βίο. Ο Πολύβιος υποστηρίζει την υπεροχή της ωφέλειας στον πολιτικό άνθρωπο, ως γενικά  καλή προσαρμογή στην ενοποιημένη παγκόσμια ιστορία με τις δυνάμεις που τη διέπουν[18] και όχι ως βελτίωση της ικανότητας του πολίτη, για ενεργό συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες όπως ο Θουκυδίδης. Προσδοκία και των δύο είναι να φανεί χρήσιμο το έργο τους, ενώ είναι δηκτικοί στην κρίση τους γι’ αυτούς που έγραψαν με σκοπό να εντυπωσιάσουν και να τέρψουν, παρά να πουν την αλήθεια.
Συμφωνούν και οι δύο ότι τη συμπεριφορά των ανθρώπων καθορίζει ένα πλέγμα διαπλεκόμενων αιτιών[19] και για καλύτερη αιτιολογία ο Πολύβιος απορρίπτει τα αισθήματα του ακροατηρίου απ’ την αληθοφάνεια των λόγων[20] και ο Θουκυδίδης αντιμετωπίζει το πλήθος ως μάζα με κοινές αντιδράσεις, όχι πάντα λογικές, κάτι που διακρίνεται εύκολα στις ηθικές κρίσεις.
Η αρχή των ηθικών κρίσεων υλοποιείται και στους δύο, με διαφορετική όμως οπτική γωνία. Ο Πολύβιος με τα ηθικά συμπεράσματα τονίζει χαρακτηριστικά όπως η μεγαλοσύνη, που προσφέρει υπεραξία ακόμη και στη διαχείριση της εξουσίας.[21] Ο Θουκυδίδης μόνο εν μέρει ενδιαφέρεται για το ιστορικό γεγονός καθ’ αυτό ή για την αιτιότητα που κατά περίπτωση ίσως δεν ισχύουν και με τη μορφή της παρέκβασης[22] εισάγει ηθικές κρίσεις και μία απαισιόδοξη αποτίμηση παρακμής των πολιτικών ηθών.[23] Έτσι η ιδεαλιστική παρουσίαση της Αθήνας απ’ το λόγο του Περικλή στην διάρκεια του πολέμου, με τη δραματική αντίθεση της έκθεσης του λοιμού, επί της ουσίας εξηγεί την εμμονή των Αθηναίων στην πατρίδα τους. Ανάλογη ηθική κρίση είναι η μεταχείριση των Μυτιληναίων αιχμαλώτων, με το περίφημο ζευγάρι δημηγοριών από τον Κλέωνα και τον Διόδοτο, μέχρι την ανατροπή του απάνθρωπου ψηφίσματος για τον αφανισμό του πληθυσμού.[24] Εν μέρει η παραδειγματική αξία έστω και σε ηθικούς-θρησκευτικούς κανόνες είναι μία ακόμη ποιοτική μεταβλητή του Θουκυδίδη.[25]
Για τον Πολύβιο η ιστορία μας διδάσκει να υποφέρουμε γενναία με ευγένεια και υπομονή τις μεταβολές της τύχης, η οποία υπάρχει σε διάφορες εκφάνσεις της σε στενή σχέση ανάμεσα στα κράτη και το πολίτευμά τους. Για τον Θουκυδίδη η τύχη έχει σημαντική θέση στην παρουσίαση και ερμηνεία των γεγονότων, γιατί όπως η ανθρώπινη φύση, περιορίζεται κυρίως στο άλογο στοιχείο σαν μια τυφλή και ανεξέλεγκτη δύναμη.[26]
Ο Πολύβιος είναι θουκυδιδιστής ιστορικός της ελληνιστικής εποχής, με εξυπνάδα, διαύγεια και σφρίγος, χωρίς όμως κοινό μέτρο σύγκρισης στον πραγματισμό του Πολύβιου με του Θουκυδίδη το βάθος την ένταση και την αναλυτική δομή.[27]
Β. 1.           Εντοπισμός των ιδιαίτερων γνωρισμάτων της τέχνης του Λουκιανού:         
Ο Λουκιανός είναι ποιοτικός λογοτέχνης με ανήσυχο γόνιμο πνεύμα και ασταμάτητη ροή της φαντασίας του, ενώ η γλώσσα του ιερουργεί ένα αριστούργημα ευφάνταστης και πνευματώδους αφήγησης.[28] Στην ακμή της ρητορικής λογοτεχνίας ως πολυσχιδές ταλέντο και σοφιστής ιδιαίτερου είδους, είναι ευπρόσδεκτος στα πολιτιστικά κέντρα χωρίς να υιοθετεί την υποτακτική ζωή του αυλάρχη.
Ο Λουκιανός ως σκεπτικιστής, σκώπτης και εχθρός της ακρισίας προσωποποιεί τον αντίλογο σε ετοιμότητα.[29] Με ρίζες σοβαρού και αστείου αντίστοιχα απ’ το διάλογο και τον έμμετρο λόγο-κωμωδία, εξελίσσει τον Πλατωνικό διάλογο σε σατιρική μορφή με κυνικό τρόπο και δημιουργεί τον σατιρικό διάλογο, ένα εκφραστικό μέσο που προσφέρει γέλιο με ύφος σοβαρό και σκέψη με αστείο τρόπο (σπουδογέλοιος).[30] Με  τεχνικές ρητορείας, ειρωνική απλοϊκότητα, σαρκασμό και περιεχόμενο επιζητεί το τερπνό με το ωφέλιμο και πρωτοτυπεί σε μια απόσταση ουσίας ανάμεσα στη ρητορική[31] και το διάλογο, ξεπερνώντας την μίμηση. Στα  περιθώρια αυτά επωάζει η τέχνη του για σάτιρα, μεταφορά, και μετωνυμία. Στα γνωρίσματα της τέχνης του ο μύθος σημαίνει εν μέρει πραγματικότητα, όπως στους ελληνιστικούς ποιητές, ενώ βάση της ειρωνείας αποτελεί το ελληνικό ήθος, η μείξη αστείου και σοβαρού, η σοφιστική ρητορική με το διάλογο, οι αμφίσημες ερωτήσεις, το χιούμορ και η κυνική σύνθεση. Χρησιμοποιεί επίσης στοιχεία απ’ τις πηγές της κωμωδίας, των Κυνικών, των Σωκρατικών, και των Επικούρειων.
Η μορφή της σάτιρας που γράφτηκε απ’ τον πραγματικό Μένιππο είναι υπεύθυνη για τη σποραδική ανάμιξη στίχου και πεζού λόγου στον Λουκιανό και οι Μενίππειοι διάλογοι είναι μια κυνική διατριβή της ακμής του.
2.           Στόχοι εναντίον των οποίων στρέφεται η σάτιρα που ασκεί ο Λουκιανός:    
Ενδιαφέρεται για τον κόσμο, υπηρετεί την καθημερινότητα και μοχλεύει την πίστη του κόσμου με πρόσχημα την επιφανειακή πίστη των ηρώων. Ως σατιρικός έχει πρωταρχικό σκοπό του να ψυχαγωγήσει, τόσο με την τεχνική όσο και με το περιεχόμενο του λόγου του, χωρίς να στρέφεται εναντίων των συγχρόνων του.[32] Πολλοί διάλογοι έχουν φιλοσοφική χροιά και ειρωνική ματιά απέναντι στον Στωικισμό, την μόδα της εποχής για κατάκτηση της αρετής και της ευτυχίας. Βασικός στόχος του είναι η ματαιότητα των ανθρώπινων επιθυμιών, η ανθρώπινη ανοησία, η κενοδοξία των πλουσίων, η θρησκεία και η υποκρισία των φιλοσόφων, που η ζωή τους βρίσκεται σε αναντιστοιχία με την διδασκαλία τους.
Ο Μένιππος, ένας σκόπιμα διαλεγμένος ήρωας για το ταξίδι στον Άδη, ζει μέχρι τον θάνατό του με βάση τα ιδεώδη των κυνικών,[33] με συνέπεια να μην έχει ούτε οβολό (Ν.Δ.2, § 1,6) για την αμοιβή του Χάρου. Ο κάτω κόσμος είναι μία προβολή αδράνειας του πάνω κόσμου, με κοινές αρχές χρήματος και εξουσίας, αυτοσαρκάζεται ως δυνατός αλλά είναι συνειδητά υπηρέτης ανθρώπινων φόβων και αδυναμιών, ενώ η ειρωνεία του θανάτου του Χάρου σφραγίζει την παρωδία (Ν.Δ.2, § 1,8).
Μέσω της ειρωνείας του αδύναμου (Χάρου), φέρει ένα αντιϊδεαλιστικό μήνυμα για το ιδεολόγημα της πίστης του κόσμου και έναν δυνατό σαρκασμό του Μένιππου για την απαξία του χρήματος, όταν το αυτονόητο για τους έχοντες είναι να μην πιστεύουν τους μη έχοντες (Ν.Δ.2, § 1,4). Με γλώσσα κοινωνικού ρεαλισμού, σαρκάζει την ισότητα του κάτω κόσμου (Ν.Δ.2, § 2,7) σε σχέση με την γήινη του παρόντος και της ζωής. Στοχεύει στον πυρήνα της παραδοσιακής εικόνας της θρησκείας, που με φρούδες μελλοντικές ελπίδες για μετά θάνατον ισότητα και δικαιοσύνη, δεν δέχεται το τίμημα των πράξεών της (Ν.Δ.2, § 2,1), προσδοκώντας ανατροπή θέσεων και ειδώλων.
Ο πικρός χλευασμός, εκ μέρους των ειδώλων του κάτω κόσμου, για την τύχη των πλουσίων και των ισχυρών κοινοποιεί τις φωνές των φτωχών, που δημιουργούν πλούτο χωρίς μερίδιο σ’ αυτόν.[34] ταυτόχρονα προσδίδει την ευτυχία και την ελευθερία στους ολιγαρκείς, που γελούν με τους ανόητους ανθρώπους (Ν.Δ.2, § 3,8). Την νοοτροπία υποτέλειας του ανθρώπου μπροστά στο χρήμα, εκμεταλλεύθηκαν διαχρονικά διάφοροι καλοθελητές πουλώντας πίστη αντί ζωής. Ζυμώθηκαν στην εικονική πραγματικότητα και έβαλαν τα κλάματα στον πραγματικό θάνατο. Ο Μένιππος λέει ήμουν «…ο μόνος από τους επιβάτες που δεν έκλαιγα…» (Ν.Δ.2, § 2,9-10), φτωχοί άνθρωποι και αξιολύπητοι πώς να σεβαστούν μια ζωή που απαξίωσαν; Με μοναδική τους φιλοδοξία το χρήμα, ίσως το κλάμα ν’ αποτελεί δήλωση μετανοίας στον ανέφικτο πλέον στόχο της άλυπης ψυχής.
Ο θάνατος είναι το μέτρο της ζωής, χωρίς αυτόν απαξιώνονται όλα. Δικαίωμα στη ζωή δεν έχουν όλοι, αντίθετα στον καθένα άσχετα αν αξίζει ή όχι, προσφέρεται το δικαίωμα του θανάτου. Η απαίτηση τιμήματος (Ν.Δ.2, § 2,5) ακόμη και στο θάνατο αντιστρέφει το ρόλο ανάμεσα στο μέτρο και το χρήμα. Η έλλειψη χρήματος στον κάτω κόσμο ακυρώνει τον θάνατο, το ουσιαστικότερο μέτρο της ζωής μας, και μετωνυμικά τη θέση του μέτρου στη ζωή την έχει καταλάβει το χρήμα, όπως και του νόμου (Ν.Δ.2, § 2,11). Το χρήμα έγινε «…νόμος…» (Ν.Δ.2, § 2,11) σταδιακά, αποκτώντας καθολική υποταγή δήμου και πολιτών με ελάχιστες εξαιρέσεις κάποιων ελεύθερων ανθρώπων.
Ένας κυνικός φιλόσοφος, ως σύμβολο απεξάρτησης («…αυτόν τον σκύλο…» (Ν.Δ.2, § 3,18-20)), δαγκώνει με το θάνατό του το κοινωνικό κατεστημένο των ζωντανών, απειλώντας να αλλάξει τις ισορροπίες αιώνων με στάση πληρωμών ακόμη και για τους νεκρούς. Αισθητοποιεί την τραγική αυταπάτη της πίστης και της αιωνιότητας σε ιδέες, καταστάσεις, θρησκείες και χρήμα. Αναδίδει την ειρωνεία της ζωής, που περνά με την ψευδαίσθηση της εξουσίας και του χρήματος ως παντοτινά αγαθά. Η ποιητική στόχευση ήρθε ν’ αναλύσει την σχετικότητα, με την σύντηξη του χρόνου να προβάλλει μια μετωνυμία του σήμερα σε φτωχά ανθρώπινα είδωλα ως σύγχρονο οικουμενικό πρόβλημα. Οι άνθρωποι ως αντιήρωες ταυτίζονται με το απόσταγμα μιας ζωής σε λανθάνουσα κατάσταση (Ν.Δ.2, § 3,7). Ένας μεταϊστορικός πολιτικός στοχασμός με αντιϊδεαλιστικό δυναμικό ρεαλισμό ειρωνεύεται, αυτοσαρκάζεται και δυσπιστεί  απέναντι στην εγκόσμια ευτυχία (Ν.Δ.2, § 3,4).
Η ιδεαλιστική θεώρηση της ελευθερίας, γίνεται μέσω της ανατρεπτικής οικειοποίησης του Μενίππειου μύθου και των προκαταλήψεων έναν αντιϊδεαλιστικό και αντιεξουσιαστικό σύμβολο. Με «…έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο…» (Ν.Δ.2, § 3,21-22) ν’ απειλεί το νομισματικό οικοδόμημα εξουσίας, που συντηρεί πλούσιους με αντίτιμο τον μετά θάνατο παράδεισο σε δούλους ιδεών. Δούλοι που αναζητώντας ένα καλό αφέντη, ικανοποιούνται στην σύγκριση μ’ έναν κακό και πεθαίνουν με την ελπίδα καλύτερης τύχης για τα παιδιά τους. Έχει νόημα να φυτέψεις συνείδηση σ’ ένα ανθρώπινο δόλωμα; ναι κάποιος θα το φάει έτσι κι αλλιώς, ας μπολιάσει την κοινωνία… υπονοεί ο Λουκιανός.
Στον Ικαρομέννιπο ο αφηγητής πετά στον ουρανό, για να βρει μιαν άκρη στο «νομίζειν» των ανθρώπων. Η απόσταση προσφέρει μια ψύχραιμη ματιά για σωστή κρίση σχετικά με τις ανθρώπινες εικασίες. Εκθέτει ακόμη και την υποκειμενική θεώρηση με μεροληπτικούς όρους, για τους εν δυνάμει αντικειμενικούς κριτές όπως η σελήνη «…πόσα δεν ξέρω εγώ γι’ αυτούς…» (Ικαρ. § 20,13). Η μοιχεία και η κλοπή (Ικαρ. § 20,18) είναι έξη αδιανόητη ιδιαίτερα για φιλοσόφους και γέρους γνωστικούς και σεβάσμιους, που οδηγεί σε συνολική αναθεώρηση θέσεων και αξιοπιστίας, όταν ακόμη και η «σταθερή» θέση της σελήνης μπαίνει υπό σκέψη αλλαγής (Ικαρ. § 21,4-5). Εκθέτει τους φιλοσόφους εν γένει ως μιμητές των σχολών τους με αναντιστοιχία λόγων και έργων, ενώ σατιρίζει την υποκρισία τους και τον τρόπο ζωής τους που ευτέλισαν τη διδασκαλία των φιλοσοφικών σχολών. Επίσης θίγει το φάσμα ταλάντωσης του μέτρου, στα όρια, τονίζοντας ότι ο ασφυκτικός εναγκαλιασμός της εφαρμογής του μέτρου, φέρνει αντίθετα αποτελέσματα (Ικαρ. § 21,7-8).
Κυριαρχεί μια αίσθηση παρακμής απ’ την ματαιότητα του ανθρώπινου μεγαλείου και την ειρωνεία της αδυσώπητης μοίρας ως προς τα γεγονότα και τις προσδοκίες του ανθρώπου. Η σάτιρα των φιλοσόφων προσφέρει μια ετερογενή ποικιλία στη μορφή που χαρακτηρίζεται από ερωτηματικά και αμφισημίες δίνοντας μία διαλεκτική δύναμη.
Με ήθος ατόφια ανθρώπινο και διδακτικό και ύφος λιτό, εναργές και στοχαστικό συνθέτει μία δραματική αλήθεια. Η ροπή προς τη δραματική πόζα δεν εξαϋλώνει τους ήρωες (Μένιππος, σελήνη), που εμπνέουν και μετά το τέλος.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ                                                                                                  
Στην ελληνιστική εποχή η ιστορία είναι μια λογοτεχνική μορφή αιώνιου πλούτου και ενδιαφέροντος, αλλά σε έκπτωση, όπου η έλξη της είναι αισθητή σε ανθρώπους κατώτατης περιουσίας χωρίς ελπίδα πολιτικής σταδιοδρομίας και σε εργαζομένους.[35] Το πλαίσιο των βασικών αρχών της ιστορικής του σκέψης του Πολύβιου δεν είναι τόσο φιλοσοφημένο όσο του Θουκυδίδη και τα επιτεύγματά του δεν ανταποκρίνονται στις αξιώσεις που διατυπώνει στο έργο του.[36] Για τον Πολύβιο ο Θουκυδίδης είναι ο κλασικός που ακολουθεί δανειζόμενος έννοιες, φόρμουλες και ορολογία, πρεσβεύοντας το άνθος του μεγαλείου της αλήθειας. Ο Θουκυδίδης είναι ο νομοθέτης του ιστοριογραφικού είδους με εποικοδομητική ασάφεια πολιτικοκοινωνικής στόχευσης, κατά τις αρχές του Λουκιανού.
Ο Λουκιανός θυσιάζει την ανάλυση προς όφελος της σύνθεσης και αντίθετα με τον ιστορικό η τέχνη του ανθεί πάνω στη λεπτομέρεια καλλιεργώντας τη μέθεξη.[37] Η ειρωνεία του έστω και ως φιλοφρόνηση, δίνει μια a priori αναγνώριση της ευφυΐας του αναγνώστη, όπου η λανθάνουσα δραματική στόχευση έλκεται απ’ τον δημώδη σαρκασμό.
Σταδιακά δημιουργείται η αίσθηση του αλλόκοτου και εξαιρετικά περίεργου ως αταίριαστα αισθητικά στοιχεία. Ένα σκηνικό διακωμώδησης και σάτιρας της ζωής, που προσεγγίζει το παράλογο και το φανταστικό, όταν η προβολή του πάνω κόσμου στον κάτω κόσμο εκθέτει την παρεκτροπή της. Οι κυνικές ιδέες του Λουκιανού δεν πληρώνουν τέλη θανάτου, νικούν τον χρόνο και συγκινούν. Οι θέσεις του, ως φορείς ιδεών στοχεύουν μία σύγχρονη έξοδο προς την κοινωνική ελευθερία, όπου με κρυφό όπλο τον ιδεαλισμό και καταλυτική δράση την σάτιρα, εκθέτει τη φτωχή προσωπικότητα των ανθρώπων της πίστης, της χρηματικής υποτέλειας, της ανοχής και της ρουτίνας. Οι αφηγητές ασκούν κοινωνική κριτική στην κενότητα της εγκόσμιας ευτυχίας, στην διαφθορά και στην αδυναμία ακόμη και των φιλοσόφων ν’ ανταποκριθούν στις ευγενέστερες φιλοδοξίες. μια κατάσταση ανυπόφορη, αλλά η αφήγηση είναι πηγή γνώσης ή οξυδερκής ψευδαίσθηση;























ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ                                                                                         

·         Ηλιάδου Ε.,          «Λουκιανός» στο Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή
                                    Φιλολογία, τόμος Β, των Ηλιάδου Ε., Βερτουδάκης Β. κ.α.,
                                    εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.
·         Τριανταφυλλόπουλου Ν.Δ., Πολυβίου Ιστορίαι Α, Στιγμή, Αθήνα 1995.
·         Τσακμάκης Α.,    «Ιστοριογραφία – Πολιτικές πραγματείες και φυλλάδια» στο
Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, τόμος Α, των Ε. Αλεξίου, Ι. Αναστασίου, Β. Βερτουδάκης, Μ.Ι. Γιόση,
Δ. Λυπουρλής, Θ. Στεφανόπουλος, Α. Τσακμάκης,
Μ. Χριστόπουλος, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.
·         Τσακμάκης Α.,1   «Ιστοριογραφία» στο Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή
                                    Φιλολογία, τόμος Β, των Τσακμάκης Α., Βερτουδάκης Β. κ.α.,
                                    εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001.
·         Τσακμάκης Α.,2   «Ηγέτες, Πλήθη και η Δύναμη της Δημόσιας Εικόνας. Η Πολιτική
                                    Επικοινωνία στον Θουκυδίδη», ελληνική μετάφραση του
                                    κεφαλαίου: «Leaders, Crowds, and the Power Image: Political
                                    Communication in Thucydides» στο: A. Rengakos, A. Tsakmakis,
                                    (edd.), Brill’s Companion to Thucydides. Leiden: Brill, 2006,
                                    161-187.
·         Canforna L.,        «Thucydides in Rome and Late Antiquity», στο Rengakos Α. And
Tsakmakis Α., εκδ. Brills Companion to Thucydides, Leiden-Boston,
(Brill) 2006, σελ.724-7 (κυρίως).
·         Connor W.R., Fleming A.W. «Ιστορικά έργα στον 4ο αι. π.Χ. και στην Ελληνιστική
περίοδο» στην Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής λογοτεχνίας, των Easterling P. E., Knox B.M.W., κ.ά., μτφρ. N. Κονόμη, Χρ. Γρίμπα, Μ. Κονόμη, Εκδόσεις Δ.Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 20089.
·         Culler J.,,            Λογοτεχνική θεωρία, μια συνοπτική εισαγωγή, μτφρ. Κ. Διαμαντάκου
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 20032.
·         Easterling P. E., Knox B.M.W., Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής λογοτεχνίας, των
                                    Easterling P. E., Knox B.M.W., κ.ά., μτφρ. N. Κονόμη, Χρ. Γρίμπα,
                                    Μ. Κονόμη, Εκδόσεις Δ.Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 20089.
·         Handley E.W.,     «Κωμωδία» στην Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής λογοτεχνίας,
των Easterling P. E., Knox B.M.W., κ.ά., μτφρ. N. Κονόμη, Χρ. Γρίμπα, Μ. Κονόμη, Εκδόσεις Δ.Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 20089.
·         Henry R.I.,           «Κοινά στοιχεία στην ιστοριογραφία του 5ου αι.» στην Ιστορία της
Αρχαίας Ελληνικής λογοτεχνίας, των Easterling P. E., Knox B.M.W., κ.ά., μτφρ. N. Κονόμη, Χρ. Γρίμπα, Μ. Κονόμη, Εκδόσεις Δ.Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 20089.
·         Lesky A.,              Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής λογοτεχνίας, μτφρ. Λ. Στεφάνου,
Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 19648.
·         Nikolai R.,            «Thucydides in Continued» στο Rengakos Α. and Tsakmakis Α.,
ό.π., σελ.716-17 (κυρίως).








[1] Easterling P. E., ό.π., σελ.588.
[2] Τριανταφυλλόπουλου Ν.Δ., ό.π., σελ.20.
[3] 1.1.1-6
[4] Ο Θουκυδίδης ήταν στρατηγός που τον έλκει το φαινόμενο του πολέμου ως οριακή μορφή ανθρώπινης συμπεριφοράς.
[5] Nikolai R., ό.π., σελ.31.
[6] Τριανταφυλλόπουλου Ν.Δ., ό.π., σελ.19.
[7] Τριανταφυλλόπουλου Ν.Δ., ό.π., σελ.17.
[8] Easterling P. E., ό.π., σελ.588.
[9] Ο Πολύβιος αρνείται και τις ποιητικές επιδράσεις…
[10] Easterling P. E., ό.π., σελ.590.
[11] Περιορίζει την ιστορία στην ανθρώπινη διαγωγή εκτός των μεταφυσικών και θρησκευτικών εξηγήσεων, λόγω αξιοπιστίας και ταύτισης της ανθρώπινης λογικής με την πειθώ. (Easterling P. E., ό.π., σελ.590)
[12] Lesky A., ό.π., σελ.634 Ο Θουκυδίδης δεν χρησιμοποιεί κανένα μεταφυσικό παράγοντα στην ερμηνεία των γεγονότων (Lesky A., ό.π., σελ.662).
[13] Τσακμάκης Α.,1 ό.π., σελ.395.      
[14] Ο Θουκυδίδης είναι φειδωλός στους επαίνους ενώ αντιπαθεί τους δημαγωγούς.
[15] Easterling P. E., ό.π., σελ.620.
[16] Canforna L., ό.π., σελ.30.
[17] Handley E.W., ό.π., σελ.592.
[18] η τάση της εποχής –στωικισμός- δεν αφήνει σημαντικά περιθώρια συμμετοχής στα κοινά. (Τσακμάκης Α.,1 ό.π., σελ.134).
[19] Τσακμάκης Α.,2 ό.π., σελ.1.
[20] Easterling P. E., ό.π., σελ.618.
[21] Easterling P. E., ό.π., σελ.619.
[22] Canforna L., ό.π., σελ.19.
[23] Παρακολουθεί τις προοδευτικά κλιμακούμενες δηλώσεις που εκφράζουν ένα τραγικό αίσθημα για την ανθρώπινη κατάσταση σ’ ένα περιβάλλον που δεν ελέγχεται. (Easterling P. E., ό.π., σελ.592).
[24] Easterling P. E., ό.π., σελ.594-595.
[25] Nikolai R., ό.π., σελ.11.
[26] Easterling P. E., ό.π., σελ.601.
[27] Lesky A., ό.π., σελ.1064.
[28] Easterling P. E., ό.π., σελ.887.
[29] Lesky A., ό.π., σελ.1148.
[30] Ηλιάδου Ε.,  ό.π., 200.
[31] Η ρητορική ως μια εταίρα, φτιασιδωμένη και ξεδιάντροπη γυναίκα. (Ηλιάδου Ε.,  ό.π., 201)
[32] Easterling P. E., ό.π., σελ.885.
[33] Τα ιδεώδη των κυνικών είναι η απλή ζωή σύμφωνα με την φύση, η εγκράτεια χωρίς παρεκκλίσεις και άρνηση των καθιερωμένων κοινωνικών αξιών, όπως είναι ο πλούτος, η δόξα, η ομορφιά, κ.α.
[34] Lesky A., ό.π., σελ.1150.
[35] Easterling P. E., ό.π., σελ.622.
[36] Easterling P. E., ό.π., σελ.621.
[37] Η συμμετοχή που φθάνει μέχρι την ταύτιση σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: