Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

ΕΛΠ 30 εργ.3η Καβάφη Κώστα Καισαρίων, Σικελιανού Άγγελου Μήτηρ θεού, Βάρναλη Κώστα Η αγωνία του Ιούδα

ΑΡΓΥΡΗΣ ΗΛΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Πρόγραμμα Σπουδών:                        ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Θεματική Ενότητα:                 ΕΛΠ 30/ ΓPAMMATA II
NEOEΛΛHNIKH ΦIΛOΛOΓIA (19ος και 20ός αιώνας)
Ακαδημαϊκό Έτος:                  2009-2010
Συντονιστής:                            Αναπλ. Καθηγητής Ευριπίδης Γαραντούδης
Θέμα τρίτης γραπτής εργασίας
 Διαβάστε από το Ανθολόγιο Νεοελληνικών Λογοτεχνικών Κειμένων τα ποιήματα: Κ. Π. Καβάφη, «Καισαρίων», Άγγελου Σικελιανού, Μήτηρ Θεού (απόσπασμα), Κώστα Βάρναλη, «Η αγωνία του Ιούδα». Επιπλέον, μελετήστε τα κεφάλαια 7, 8 και 9 από το Εγχειρίδιο Μελέτης, τις σχετικές σελίδες από τις γραμματολογίες του Λίνου Πολίτη και του Roderick Beaton και τα υπερκειμενικά σχόλια για το καβαφικό ποίημα από το CD-ROM με το εναλλακτικό διδακτικό υλικό, καθώς και τα παράλληλα κριτικά κείμενα: Κ. Θ. Δημαράς, «Μερικές πηγές της καβαφικής τέχνης», Χριστίνα Ντουνιά, «Ο Άγγελος Σικελιανός και το παράδειγμα του Ουώλτ Ουίτμαν», και Γιάννης Δάλλας, Η δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Κώστα Βάρναλη. Μελετήματα (αποσπάσματα).

Με βάση το παραπάνω υλικό μελέτης, προσπαθήστε:
α. να διακρίνετε και να σχολιάσετε συγκριτικά τα τεχνοτροπικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά των τριών ποιημάτων,
β. να αναλύσετε τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα παραπάνω ποιητικά κείμενα και να αιτιολογήσετε την επιλογή αυτών των προσώπων, λαμβάνοντας υπόψη την ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία των τριών δημιουργών.

Να τεκμηριώσετε τις απαντήσεις σας με αναφορές σε συγκεκριμένα αποσπάσματα των ποιητικών κειμένων.

Έκταση εργασίας: 7 σελίδες (1800 λέξεις περίπου).

Ημερομηνία παράδοσης της εργασίας: Δευτέρα, 8 Μαρτίου 2010.

Καλή επιτυχία!

ΟΔΗΓΙΕΣ
1. Τηρήστε πιστά τις οδηγίες που περιέχονται στις «Γενικές Οδηγίες για την Εκπόνηση Πανεπιστημιακών Εργασιών» (θα τις βρείτε στον σύνδεσμο http://class.eap.gr/elp30, πεδία «Εκπαίδευση» και «Χρήσιμο υλικό», ενότητα ΣΤ).
2. Αποφύγετε την παράφραση (= αναλυτική παράθεση του «νοήματος») των κειμένων και επικεντρωθείτε στα ζητούμενα της εργασίας.
3. Αποφύγετε την παρουσίαση της ζωής και του έργου κάθε ποιητή και επικεντρωθείτε στα συγκεκριμένα κείμενα.
4. Ο σχολιασμός σας θα πρέπει να τεκμηριώνεται με αναφορές σε συγκεκριμένα αποσπάσματα ή στοιχεία των κειμένων.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ                                                                                                                ΣΕΛ. 3

ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ                                                                                                         ΣΕΛ. 3

Α.              Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών και τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών των ποιημάτων:

1.Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών και τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών
στο ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Καισαρίων»:                                   
α. Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών χαρακτηριστικών:                      ΣΕΛ. 3
β. Eντοπισμός και σχολιασμός των τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών:                      ΣΕΛ. 3
2.Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών και τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών
στο απόσπασμα από το ποίημα του Άγγελου Σικελιανού Μήτηρ Θεού:                               
α. Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών χαρακτηριστικών:                      ΣΕΛ. 4
β. Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών:       ΣΕΛ. 5
3.Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών και τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών
στο ποίημα του Κώστα Βάρναλη «Η αγωνία του Ιούδα»:    
α. Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών χαρακτηριστικών:                      ΣΕΛ. 5
β. Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών:       ΣΕΛ. 6

Β.              Ανάλυση του διαφορετικού τρόπου με τον οποίο αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα
στα οποία αναφέρονται τα παραπάνω ποιητικά κείμενα και αιτιολόγηση της επιλογής
αυτών των προσώπων, λαμβάνοντας υπόψη την ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία των τριών δημιουργών.

1.      Στο ποίημα «Καισαρίων»:  
α. ανάλυση του τρόπου που αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα                  ΣΕΛ. 7
β. ιδεολογία και ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία
του δημιουργού Κ. Π. Καβάφη                                                                      ΣΕΛ. 7
γ. αιτιολόγηση της επιλογής αυτών των προσώπων                                       ΣΕΛ. 8
2. Στο ποίημα Μήτηρ Θεού:     
α. ανάλυση του τρόπου που αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα                  ΣΕΛ. 8
β.ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία
του δημιουργού Α. Σικελιανού                                                                       ΣΕΛ. 8
γ. αιτιολόγηση της επιλογής αυτών των προσώπων                                       ΣΕΛ. 9
3. Στο ποίημα «Η αγωνία του Ιούδα»:
α. ανάλυση του τρόπου που αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα                  ΣΕΛ. 9
β. ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία
του δημιουργού Κ. Βάρναλη                                                                         ΣΕΛ. 9
γ. αιτιολόγηση της επιλογής αυτών των προσώπων                                       ΣΕΛ. 9

ΕΠΙΛΟΓΟΣ                                                                                                                ΣΕΛ. 10

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ                                                                                                       ΣΕΛ. 11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ                                                                                                     
Η εργασία είναι μια μελέτη στα ποιήματα «Καισαρίων» του Κ. Π. Καβάφη, Μήτηρ Θεού (απόσπασμα) του Άγγελου Σικελιανού, και «Η αγωνία του Ιούδα» του Κώστα Βάρναλη, σε δύο ενότητες. Στην Α’ ενότητα θα διακριθούν και θα σχολιασθούν συγκριτικά τα τεχνοτροπικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά των τριών ποιημάτων. Στην Β’ ενότητα θα αναλυθεί ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα και θα αιτιολογηθεί η επιλογή αυτών, λαμβάνοντας υπόψη την ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία των τριών δημιουργών. Η τεκμηρίωση των απαντήσεων θα γίνει με αναφορές σε συγκεκριμένα αποσπάσματα των ποιητικών κειμένων.
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ                                                                                          
A. 1. α.      Eντοπισμός και σχολιασμός των μορφολογικών χαρακτηριστικών στο ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Καισαρίων»:
Η πρώτη ενότητα είναι ιστορική αναδρομή με καίρια εκφραστική φωνή και σκόπιμη ανολοκλήρωτη μηχανική ομοιοκαταληξία. Έχει επίσημη ορολογία και πεζολογικά αντιποιητικά στοιχεία, ενώ η τρίτη ενότητα χρησιμοποιεί απλή συναισθηματική γλώσσα με ύφος λυρικό και παραστατικό. Η απομόνωση συνυπάρχει με την ανθρώπινη ευγένεια, την εφηβική μορφή και την πλάγια έκφραση. Απ’ το ποίημα λείπει η προσδοκία και η νίκη, ενώ απ’ τον στίχο η ρυθμική ποικιλία και η εικαστική ματιά. Η οργάνωση του ελεύθερου στίχου σε στροφές είναι με βάση το θέμα και την αφήγηση.[i] Το μέτρο είναι ιαμβικό με άνισο αριθμό συλλαβών, χωρίς έντονο ρυθμό και η στίξη[ii] δίνει μουσικότητα. Η ροπή προς τη δραματική πόζα δεν εξαϋλώνει τους ήρωες που εξακολουθούν να εμπνέουν.
Η γλώσσα του είναι ένα μωσαϊκό δημοτικής και καθαρεύουσας,[iii] με στοιχεία απ’ το πολίτικο και τραπεζουντιακό ιδίωμα και απ’ τους αρχαίους συγγραφείς.[iv] Δεν εντάσσεται στο ιδεολόγημα του άκρατου δημοτικισμού της γενιάς του 1880, είναι οικεία με στοχαστική διάθεση, ενάργεια σκέψης και η ειρωνική ματιά της καθαρεύουσας δίνει ένα πεζολογικό ρεαλιστικό στοιχείο. Η έλλειψη παρομοιώσεων και η δεσπόζουσα θέση στο ρήμα συμβάλλουν στο λιτό και αστόλιστο ύφος του, με στοχασμό δημιουργικής αίσθησης. Ο τόνος του είναι διδακτικός και κυνικός, εναλλάσσει την δραματική ρητορική ειρωνεία με τη γλυκιά συγκίνηση του ωραίου και του υψηλού που λειτουργεί υποσυνείδητα. Η σύζευξη λεπτομερειών στο ιστορικό[v] μεταίχμιο δίνει ποιητική μνημείωση.
A. 1. β.      Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών στο ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Καισαρίων»:
Έχει επιρροές απ’ τον ρεαλισμό, τον νατουραλισμό, τον αθηναϊκό ρομαντισμό, τον
ευρωπαϊκό παρνασσισμό και ήκιστα απ’ τον αισθητισμό.[vi]
Ο «Καισαρίων» με εύστοχο ρεαλισμό και ήθος απογυμνώνει το φόντο έμπνευσης
της ιστορικής μνήμης[vii] και ισορροπεί με τολμηρή πολιτική κριτική. Η ατμοσφαιρική λεπτομέρεια εντείνει την αληθοφάνεια ως γνώρισμα ρεαλισμού.[viii] Στις σχέσεις αιτίου αιτιατού και ακεραιότητας των χαρακτήρων, εκθέτει τον νατουραλισμό της επιφανειακής ψυχογράφησης του ήρωα, που διολισθαίνει στην υποτίμηση των ξενιστών ιδεών.[ix] όμως η επιφανειακή ακρίβεια υπονοεί μετωνυμικά την εσωτερική δύναμη.[x] Κυριαρχεί μια αίσθηση παρακμής, ματαιότητας του ανθρώπινου μεγαλείου και ειρωνείας της αδυσώπητης μοίρας, ως προς τα γεγονότα και τις προσδοκίες του Καισαρίωνα.[xi]
Επηρεάζεται απ’ τον αθηναϊκό ρομαντισμό[xii] που δίνει το έγκλειστο στοιχείο και την μελαγχολία με δραματικά ανθρωποκεντρικά στοιχεία, υπερβαίνοντας την κενή ρητορεία και το ρομαντικό στόμφο. Ο λυρισμός του αφηγητή, με ιδιαίτερη χρήση του επιθέτου στην περιγραφή εξιδανικεύει την ομορφιά του Καισαρίωνα (στχ.19-21)[xiii] και μέσω της ειρωνείας εκθειάζει το ατομικό ιδεώδες κατά τον γερμανικό ρομαντισμό.
Η επιρροή του παρνασσισμού είναι προφανής απ’ την επιστήμη με την νομοτέλεια των φυσικών νόμων, την φυσική εξέλιξη του ανθρώπου, τον συμβατικό χρόνο και την αίσθηση του περιττού, που ωθεί σε εξαντλητική επεξεργασία το ποίημα.
Ο «Καισαρίων» με την πολυλειτουργική ειρωνεία, κατοχυρώνει την πολυφωνία του κειμένου προγραμματικά προς τον μοντερνισμό, ενώ ο τολμηρός ρεαλισμός, η λιτότητα, η οικονομία, η ακρίβεια και η ψυχρή ισορροπία της μορφής συντελούν σ’ αυτό.
Αν και το ποίημα δεν χαρακτηρίζεται συμβολικό, εν μέρει η ειρωνεία της πίστης στην επιφάνειά της γλώσσας ξυπνάει τη συνείδηση, αλλάζοντας την αισθητική από ρομαντική σε ειρωνική. Η σκηνοθετική έμπνευση του Καισαρίωνα, ενσαρκώνει την παρακμιακή εποχή γυμνός απ’ την αίγλη του υποκειμενισμού, σ’ ένα σύστημα με οπτικές επιρροές του γαλλικού συμβολισμού.[xiv] Η αναγωγή του από σημαινόμενο σε σημαίνον ως αιτϊακή-μετωνυμική, επιβάλλει τον συμβολισμό του στο ρεαλιστικό κείμενο.
A. 2. α.      Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών μορφολογικών χαρακτηριστικών στο
απόσπασμα από το ποίημα του Άγγελου Σικελιανού Μήτηρ Θεού:  
Το Μήτηρ Θεού, είναι ύψιστη επίκληση των αρχών της μητριαρχίας στην Παναγία-μάνα-φύση ως μήτρα της ζωής, σε πρωτεϊκή μορφή.[xv] Με τον θρησκευτικό συγκρητισμό, θέλει να συγκεράσει τον ελληνισμό, με την αρχαιοελληνική και την χριστιανική θρησκεία.[xvi] Αφθονούν σε ποικιλία τα ηχητικά σχήματα με μετρικές επινοήσεις μέχρι τον ελεύθερο στίχο, μία καθαρή ποίηση με ρυθμική γοητεία, πλαστικές στροφές και αστείρευτη ροή εικόνων. Τα δίστιχα διαχωρίζουν νοήματα και ιδέες που διατυπώνονται στο τέλος, ενώ μορφώνουν τη μουσική ως μέρος τους. Στο ύφος προεξέχει ο υμνητικός τόνος, η υποβολή και ο εγωκεντρισμός, χωρίς να χάνεται η μύηση. Χρησιμοποιεί τον ζευγαρωτό 15σύλλαβο με τριμερές νόημα σε κάποιους στίχους (στχ.10).
Η γλώσσα του ενέπνεε μια βαθειά αίσθηση και γνώση της δημοτικής ως εράσμια και ομοιογενής με καθαρότητα. Η γλωσσική επιμέλεια έχει ακρίβεια, μεταφορές, μεγάλη συντακτική ανάπτυξη με έννοιες μεστές[xvii] και εμπνέει αισθησιασμό με ενάργεια και ψυχική ευφορία (στχ.15-16), αφήνοντας μια καλειδοσκοπική εντύπωση. Οι σκέψεις πλάθονται με ρίζες καθημερινές αξιοποιώντας τις καλύτερες καταβολές[xviii] του νεοελληνικού ποιητικού λόγου, με στοιχεία ομηρικά, κλασσικά, απ’ την παράδοση του δημοτικού τραγουδιού, των Επτανησίων, του Παλαμά και του Σολωμού.[xix]  Οι πλούσιοι επιθετικοί προσδιορισμοί με δεξιοτεχνική αφηγηματική οργάνωση και έντεχνη επανάληψη λέξεων («πουλί» (στχ.2,6,24), «άνθος» (στχ.19,41), «λεχώνα» (στχ.51,53)), δημιουργούν διακειμενικότητα σε μέρη του ποιήματος, ακροβατώντας στην απόλυτη πειθαρχία του σονέτου.
A. 2. β.      Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών στο
απόσπασμα από το ποίημα του Άγγελου Σικελιανού Μήτηρ Θεού:  
Έχει επιρροές απ’ τον συμβολισμό, τον αθηναϊκό ρομαντισμό, τον ρεαλισμό, τον ευρωπαϊκό παρνασσισμό και την αισθαντικότητα.[xx]
Ο συμβολισμός του προβάλλει αιτήματα υψηλής και αγνής ποίησης, κυρίως μέσα απ’ το μύθο, χωρίς ηθικά συμπεράσματα και ρητορισμό. Ο μύθος ως πηγή ζωής της συμπαντικής φύσης, με υπάρξεις θρησκευτικού νοήματος στο επέκεινα του ιστορικού χρόνου, συμφιλιώνει θεϊκό και ανθρώπινο στοιχείο σε μια νέα θρησκεία.[xxi] Αφομοιώνει διδάγματα του γαλλικού συμβολισμού ως δείγμα καθαρής ποίησης, όπου η αισθητική απόλαυση του ήχου και του ρυθμού δρουν καταλυτικά στην ομογενοποίησή του.[xxii]
Το Μήτηρ Θεού εναντιώνεται στον ρομαντισμό[xxiii] που επιβάλλει μια κατεύθυνση ολοκληρωτικής καταστροφής.[xxiv] Επηρεάζεται όμως απ’ τη ρομαντική αντίληψη της δημιουργικής ψυχής -ως μίμηση θεϊκής δύναμης-, τον αισθητικό ιδεαλισμό και τον γερμανικό ρομαντισμό με το θεμελιακό άρθρο «έν το παν».[xxv] Είναι μια εκφραστικά πληθωρική λυρική μελέτη ενός πανθεϊσμού αέναης δημιουργίας, με μορφικά ιδεαλιστικά ρομαντικά στοιχεία ταυτόχρονα με αυτοαναφορικά.
Ο ρεαλισμός του διακρίνεται για την οξύτητά του στην ενάργεια των στίχων του και στην ωρίμανση της συνείδησης με υπαρξιακά στοιχεία μιας φιλοσοφικής καταγωγής.
Επηρεασμένος απ’ το γαλλικό παρνασσισμό, βλέπει το ποίημα ως απρόσωπο δημιούργημα, με έμφαση στην τελειότητα της μορφής και την νεανική αίσθηση της ευδαιμονίας. Η ένταση του λυρικού τόνου με τη δημοτική γλώσσα εκφράζει μια πλήρηωριμότητα σ’ ένα φόντο συμβίωσης με τη φύση.
A. 3. α.      Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών μορφολογικών χαρακτηριστικών στο ποίημα του
Κώστα Βάρναλη «Η αγωνία του Ιούδα»:
Η ιδεολογική και μορφική του οργάνωση χαρακτηρίζεται ως αντιϊδεαλιστικός
σολωμισμός, μια ειδική μορφή διαλόγου με το έργο του Σολωμού.[xxvi] Η σάτιρα προσφέρει ετερογενή ποικιλία στη γλώσσα το ύφος[xxvii]  και τη μορφή που χαρακτηρίζεται από πεζό και έμμετρο λυρικό λόγο. Ο στίχος -με δύο ημιστίχια- είναι αυστηρά έμμετρος 15σύλλαβος με 5στιχες στροφές και γίνεται μέχρι 17σύλλαβος χωρίς να χάνει σε μουσικότητα και φυσικότητά. Η ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία συμβάλλει στην ανάδειξη της τέχνης του λόγου και της έμμετρης φόρμας και μνημειώνει την δημοτική παράδοση.[xxviii] Στον ελεγειακό στίχο, η φαντασία με τη λυρική ένταση δίνουν δυναμικά σατιρικά στοιχεία με ρυθμό και τόνο, όπως στο διάλογο Ιησού-Ιούδα (στχ.34,35). Το λυρικό εκφραστικό στοιχείο με την λεκτική συγκίνηση, κορυφώνεται στο δίλημμα για ταύτιση ή αντίδραση και απορρίπτει το αδιέξοδο του Ιούδα (στχ.52.54),[xxix] ωθώντας κοινωνικά μ’ ένα επαναστατικό στίχο (στχ.60)[xxx] με ταυτόχρονη καταγγελία του θρησκευτικού ιδεολογήματος και του καταπιεσμένου λαού.
Η δημοτική γλωσσική του παράδοση αντλεί από διάφορες κοινωνικές ποικιλίες της, όπως τη λαϊκή χωρίς να λαϊκίζει και τη φιλολογική χωρίς να φιλολογίζει (στχ.1-6). Η έκφραση είναι μεστή, φιλόκαλη, ζωντανή και χρησιμοποιεί τον παρενθετικό λόγο, τη στίξη, τους διασκελισμούς, τα κοινά ονόματα με αρχικό κεφαλαίο, τα ερωτηματικά, τα αποσιωπητικά και τις αμφισημίες δίνοντας μια διαλεκτική δύναμη. Η ποιητική διακειμενικότητα έχει κριτικό πνεύμα σαν εγγενής ιδιότητα της γραφής. Ο λυρικός πρόλογος (στχ.1-10) βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τον δραματικό επίλογο (στχ.56-65).
A. 3. β.      Eντοπισμός και σχολιασμός των βασικών τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών στο ποίημα
του Κώστα Βάρναλη «Η αγωνία του Ιούδα»:
Η σάτιρα, ο ρεαλισμός, ο νατουραλισμός, ο συμβολισμός, ο λυρισμός και ο παρνασσισμός υπάρχουν στις καταστατικές αρχές του έργου του.[xxxi]
Η σάτιρα με το διαλεκτικό συνδυασμό αντιθέσεων και αμφισημίας εστιάζει στην έννοια της σύνθεσης, με το ήθος να συγκλίνει στο βίαιο άκρο του σατιρικού φάσματος.[xxxii] Με παραστατικότητα και ρητορική συνθλίβει τον λυρισμό της εισαγωγής και η καινοφανής μορφή του Ιούδα δρα υπαινικτικά αφυπνίζοντας το κοινωνικό γίγνεσθαι.[xxxiii]
Ο ρεαλισμός που κυριαρχεί στο έργο  απελευθερώνει το παρόν απ’ την υπερβατική πηγή νοήματος και την διαβρωτική θεϊκή κληρονομιά, με σκληρότητα κάποιες φορές (στχ.36). Ο νέος Ιούδας νοηματοδοτεί την αυτοθυσία που υμνεί τον άνθρωπο και το λόγο. Ο κοινωνικός ρεαλισμός και η σάτιρα, σ’ ένα κόσμο ώριμα νατουραλιστικό συμπάσχει με τους αντιήρωες προσδοκώντας την επανάσταση.[xxxiv]
Απομυθοποιεί τα σύμβολα απ’ το βάθος τους και απαλλάσσει από εξιδανικευτικά στοιχεία τα χριστολογικά πρόσωπα, κάνοντάς τα προσιτά. Η χριστιανική θεώρηση του κόσμου, διατηρεί τον αρχετυπικό χαρακτήρα με ανθρώπινη διάσταση, παρά τη σατιρική ανατροπή με την αμφίσημη λειτουργία των συμβόλων ως αντιήρωες (Ιούδας).
Ο λυρισμός αναδύεται μέσα από μονολόγους, ενώ ο αντίλογος σατιρίζει το ιδεολόγημα της θρησκείας. Η λυρική έκφραση είναι ειρωνική[xxxv] αλλά η ενατένιση την στηρίζει και την ενεργοποιεί. Η σύγκρουση με την κοινωνία σαν ρομαντικός μονόδρομος οδηγεί στην ένωση συλλογικού και ατομικού (στχ.10).
Η σάτιρα ως τμήμα της κοινωνικής πραγματικότητας, η αγάπη για τα γήινα, η αντιρομαντική και αντιμυστικιστική τάση, ο εκφραστικός δυναμισμός, η πλαστικότητα της εικόνας και η υπερβολική επεξεργασία στο ποίημα, προς αναζήτηση μιας μορφικής τελειότητας, ακολουθεί τα διδάγματα των Γάλλων παρνασσιακών, μ’ έναν πόθο για ζωή να υποδαυλίζει την επιφανειακή ψυχρότητα.
Β. 1.           α. ανάλυση του τρόπου που αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα:    
Η ιστορικότητα του πλαισίου της κύριας αφήγησης αυξάνει την αντίθεση της ρηχής πραγματικότητας με το όνειρο του παρελθόντος. Ο Καισαρίωνας[xxxvi] ως εκλεπτυσμένη μορφή προδιαθέτει και λειτουργεί συνειρμικά, για την έκφραση του ψυχισμού και της κοινωνικής καταγωγής του. Ο αφηγητής συνδυάζει την κλίση ενός σχολαστικού ιστορικού[xxxvii] φιλοσόφου «…εξακριβώσω…» (στχ.1) και ενός ποιητή χρονογράφου, με πλήρη συνείδηση του δημιουργού («…σ έπλασα…» (στχ.19)). Οι δύο οπτικές γωνίες «Έν μέρει... /εν μέρει…» (στχ.2),[xxxviii] αυξάνουν το πλάτος ταλάντωσης του χρόνου δημιουργώντας δυο πόλους, τον ιστορικό και τον ποιητικό, με συγκερασμό του κράματος του χρόνου στον Καισαρίωνα[xxxix] (στχ.1).[xl] Η αφήγηση του οραματισμού ενσαρκώνει μια φανταστική σύλληψη (σχτ.23),[xli] μεταβάλλοντας το ύφος σε δεύτερο πρόσωπο με μετωπική αντιμετώπιση («…ήρθες συ…» (στχ.15)) και εγκατάλειψη της ουδέτερης περιγραφής. Μια σκηνοθεσία ποιητικής έμπνευσης (στχ.25),[xlii] όπου το αναπόδραστο[xliii] όπως η κατακτημένη Αλεξάνδρεια[xliv] είναι η ενδελέχεια και η έλλειψη αρετής. Ο Καισαρίωνας «…ιδεώδης εν τη λύπη…» (στχ.29), γίνεται αντισύμβολο ενός κόσμου σε παρακμή τότε και τώρα, συμβολίζοντας την πτώση των ιστορικών ειδώλων για το πλήθος που γιορτάζει.[xlv] ενώ «…ελπίζοντας…» (στχ.30)[xlvi] αρνείται και την ύστατη στιγμή[xlvii] την πραγματικότητα και ταυτίζεται με το απόσταγμα μιας ζωής σε λανθάνουσα κατάσταση, αλλά με αξιοπρέπεια.
Β. 1.           β. ιδεολογία και ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία του δημιουργού Κ. Π. Καβάφη:
Η ιστορική συνείδηση του αφηγητή[xlviii] αναπαριστά μια δευτερεύουσα και ηττημένη ιστορική μορφή που ειρωνεύεται μετωνυμικά την ψευδαίσθηση της εξουσίας ως ανίσχυρη μη παντοτινή και μη αδιάβλητη. Η ειρωνική αναγωγή του χθες στο σήμερα, είναι ένας μεταϊστορικός πολιτικός στοχασμός, όπου η ποιητική έμπνευση με δυναμικό ρεαλισμό ειρωνεύεται τους ιστορικούς και τα έργα τους (στχ.4,10),[xlix] ενώ αυτοσαρκάζεται και δυσπιστεί απέναντι στη μιθριδατική απληστία των πολιτικών (στχ.16,17).[l] Η σχετικότητα ως αίσθηση  μεταξύ ατομικής και κοινής αντίληψης γίνεται ποιητική στόχευση που αναλύει τη λέξη.[li] Η σύντηξη του χρόνου δημιουργεί μια μετωνυμία του σήμερα και προβάλλει τις διαχρονικές ανθρώπινες αδυναμίες σε ψιθύρους και μεγαλεία, ως σύγχρονα οικουμενικά προβλήματα. Η σταδιακή μετάβαση απ’ το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, απ’ την εξωτερική έκφραση στον ψυχικό κόσμο και απ’ τη φυσιογνωμία του ήρωα στην υποκειμενικότητά του, αποτελεί μετωνυμική πρόοδο από το απτό στο αφηρημένο.
Β. 1.           γ. αιτιολόγηση της επιλογής αυτών των προσώπων: 
Ο αφηγητής θυσιάζει την ανάλυση προς όφελος της σύνθεσης και αντίθετα με τον ιστορικό, η τέχνη του ανθεί πάνω στη λεπτομέρεια καλλιεργώντας τη μέθεξη.[lii] Επιλέγει τον Καισαρίωνα ως ασκητικό πνεύμα και περιγράφει ένα περιβάλλον ηθικά και βιωματικά ασφυκτικό, που ευτελίζει την αξία της ζωής και μορφώνει αντιλήψεις ευάλωτης ιδεολογίας.[liii] Ο αφηγητής ενδιαφέρεται για το ιδανικό του πρόσωπο, την αόριστη[liv] γοητεία της μορφής του (στιχ.15), τη δραματικότητά του (στιχ.16-18) και τον ειρωνεύεται στην ολότητά του.[lv] Ο Καισαρίωνας χρησιμοποιείται ως προσωπείο της τραγικής αυταπάτης της πίστης στην αιωνιότητα των ιδεών-καταστάσεων, ενώ ως θύμα και απόδειξη της βασιλικής αδράνειας, χάνει την βούλησή του, την ελευθερία του και τελικά τη ζωή του.
Β. 2.           α. ανάλυση του τρόπου που αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα:
Ο αφηγητής είναι πρωτοπρόσωπος, ταυτίζεται με τον ποιητή με λόγο επιβλητικής αυτοπεποίθησης και μιλά ο ίδιος για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο, με εικόνες που περιγράφουν μια ζεστασιά της ψυχής του. Αυτό απηχεί τις αρχές του ευρωπαϊκού ρομαντισμού και του αρχαϊκού ελληνισμού, με την αριστοκρατική αντίληψη ποίησης-ποιητή που συνδυάζει το όλον προφήτης-ιερέας-μύστης και μεσιτεύει τη νέα πίστη.[lvi] Πυρήνας του είναι η ενότητα και η ταύτιση της αισθαντικής ψυχής με το κέντρο του σύμπαντος και εντός αυτού η ανάπλαση της μητέρας Παναγίας και της φύσης ως μητριαρχικές θεότητες και πηγές ζωής, που εκφράζουν την κοσμική ολότητα.
Β. 2.           β. ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία του δημιουργού Α. Σικελιανού:
Η ποιητική κοσμοθεωρία του αφηγητή προβάλλει την κοινή καταγωγή όλων των όντων από την ίδια μήτρα, εντός ενός πλαισίου μυστικισμού, όπου η προνομιακή θέση του ανθρώπου στο κέντρο έχει στόχο την οικουμενική συνείδηση και ευθύνη για ριζική πολιτισμική ανανέωση.[lvii] Θεωρεί ότι ο ορθολογισμός του ευρωπαϊκού πνεύματος -ρασιοναλισμός-[lviii] μας αποκόβει απ’ τους δεσμούς μας με τη φύση και τον Θεό. Στην αέναη ύπαρξη η αναζήτηση της μητριαρχίας ως ταύτιση σώματος-ψυχής-φύσης ανακαλύπτεται ως θαύμα και οδηγεί στην αισιοδοξία ως λύτρωση της ελευθερίας.[lix] Η αποστασιοποίησή του αφηγητή στην ερμηνεία της ανθρωπότητας ως κάτι υψηλό, εν μέρει αποπλανεί και απαξιώνει το υπαρκτό. Θεμελιώνει όμως την ύπαρξη της ποίησης εντός της πολιτείας, ως ζωοποιό πνεύμα θεμελίωσης υποδοχέων καλαισθησίας.
Β. 2.           γ. αιτιολόγηση της επιλογής αυτών των προσώπων:
Αιτία επιλογής είναι ότι η Παναγία και η φύση εκφράζουν τον οικουμενικό μύθο και την καθολικότητα στον σημερινό κατακερματισμένο κόσμο, όπως στις αρχαίες λατρείες. Το ορφικό όραμα μιας όμορφης μορφής  αλληλένδετης με την αλήθεια, τη σοφία, τη θέληση και την άλυπη ψυχή είναι η φύση-Παναγία. Η Παναγία ταυτίζεται με τον μύθο ως χριστολογικό πρόσωπο και σύμβολο ζωής, σε άμεσο παραλληλισμό με τη λατρεία της φύσης, ως υπέρτατο σύμβολο σύνθεσης και πηγής δημιουργίας. Ο ενθουσιώδης αφηγητής βιώνει τον μύθο, είναι μυθικός και δίνει σπίθα δημιουργίας για μύηση στη βιολογική αλήθεια. Απαλλάσσει το Χριστιανισμό απ’ την ανωτερότητα, δίνει ανθρώπινο ενδιαφέρον στα θεϊκά πρόσωπα και προφητεύει την χρεοκοπία του ορθολογισμού.
Β. 3.           α. ανάλυση του τρόπου που αναπλάθονται τα ιστορικά πρόσωπα:
Ο Ιούδας πλάθεται απ’ τον αφηγητή και αυτοαναπλάθεται εχθρικός έναντι των ατομικών δεσμεύσεων, διαστέλλοντας το χρόνο πριν αποφασίσει να θυσιασθεί με το κρίμα της ανταρσίας (στχ.65).[lx] Με αφηγηματικότητα πειθώ και ψυχολογική αληθοφάνεια, καταρρίπτει τους ιδεολογικούς μηχανισμούς επιβολής, που εφαρμόζει η εκκλησιαστική ιδεολογία. Η αύξηση της πλοκής της δράσης, οι σκηνοθετικές περιγραφές στη δομή και οι πεζές εισαγωγές και κατακλείδες εντείνουν την αντιστροφή των ρόλων.[lxi] Οι ήρωες είναι κατά βάση θύματα και αντιήρωες προφητείας κάποιου μηνύματος. Ο λόγος της ανταρσίας (στχ.36-55) είναι η σωματική και ψυχική εξουθένωση και η υλιστική θέση απέναντι στην ιδεαλιστική μετάθεση της ευτυχίας στο μέλλον.
Β. 3.           β. ιδεολογία και την ιδιαίτερη ποιητική φυσιογνωμία του δημιουργού Κ. Βάρναλη:
Στηλιτεύει την ιδεαλιστική υποδούλωση του λαού και εκθέτει την εξουσία και τους συνεργούς ιδεαλιστές διανοούμενους, που καλλιεργούν την ψευδή συνείδηση. Με όπλο τον ιδεαλισμό, εκθέτει τη φτώχεια της προσωπικότητάς των ανθρώπων της ανοχής και της ρουτίνας. Η ιδεαλιστική θεώρηση της ελευθερίας, γίνεται μέσω της ανατρεπτικής οικειοποίησης του χριστιανικού μύθου και λειτουργεί σαν αντιϊδεαλιστικό και αντϊεξουσιαστικό σύμβολο. Ο πιο ακραίος, επαναστατικός οραματισμός του αφηγητή, είναι φορέας ιδεών μίας σύγχρονης κοινωνικής ελευθερίας, με κατάργηση των σχέσεων εξουσίας και εκμετάλλευσης, από έναν μεστό υπαρξιακό λόγο με ιδεολογικά ελατήρια και αντιεξουσιαστικό ήθος, απέναντι στην κοινωνική υποτέλεια. Η σάτιρα, ο σαρκασμός, η μύησή στον διαλεκτικό υλισμό και η συστράτευση του αφηγητή[lxii] με τον δημοτικισμό εκφράζεται ως νόημα της τέχνης και έκφανση αφοσίωσης στο ποιείν μέσω του ευ ζην.
Β. 3.           γ. αιτιολόγηση της επιλογής αυτών των χριστολογικών προσώπων:
Η αιτία της επιλογής είναι η δυναμική αναίρεση του χρηματικού κινήτρου του Ιούδα με επίγνωση του ρίσκου σε περίπτωση ήττας και της βιβλικής παράδοσης της ζωής
των μαθητών (Θωμάς μη άπιστος κλπ).[lxiii] Στην πορεία προς τα Ιεροσόλυμα (στχ.11-35) η κόπωση των μαθητών ταυτίζεται με την άρνηση του Ιησού να ηγηθεί μιας επανάστασης (στχ.34,35).[lxiv] Ανασκευάζει το μύθο Ιησού-Ιούδα, ώστε να φανεί ο Ιησούς προδότης της αποστολής του και ο Ιούδας με αληθινά κίνητρα τ’ αγαθά εδώ και τώρα. Στην εντονότατη κριτική διάθεση με κίνητρα ανάπλασης του προδότη, ο Ιούδας προτάσσει την ελεύθερη βούληση της ζωής στην πόλη, απ’ του ερημίτη. Ο αντιϊιδεαλιστής Ιούδας, μια συμβολική προδρομική επαναστατική μορφή, ανήκει στους κατατρεγμένους («ξυπόλυτοι» (στχ.11)) και αναζητά την κοινωνική ισότητα και  δικαιοσύνη στο παρόν. Αναζητά την μετωνυμική μεταφορά του Ιούδα στον σημερινό άνθρωπο, λόγω των σύγχρονων κοινωνικών και ιδεολογικών προβλημάτων. Ο Ιούδας συνειδητοποιεί την έλλειψη αντικειμενικής υπόστασης, στην καρδιά της προβολής της συλλογικής προσπάθειας για το μέλλον και εκθέτει την αδυναμία της ιδεαλιστικής θεώρησης για την ιστορία και την ποίηση.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ                                                                                                  
Η διφορούμενη ποίηση του Καβάφη με την ανθρωπογνωστική της αγχίνοια και τον οξυδερκή αφηγητή, κατανοεί την ματαιότητα των μεγαλείων με λιτό και χαμηλότονο δραματικό ύφος. Απέναντι ορθώνεται η λυρική και ευφράδης ποίηση του Σικελιανού με ύφος ευδαιμονικής αιωνιότητας και με κοινό τόπο των δύο την οικουμενική προοπτική.
Είναι δύσκολο να ξεπερνά κανείς τις προκαταλήψεις του και την υποκειμενική του αίσθηση, για να θεμελιώσει μια αξιόπιστη ερμηνεία ζωής. Ο Ιούδας του Βάρναλη, υπονομεύει την ιδεολογία του προδότη της χριστιανικής θρησκείας. Ο Βάρναλης ξιφουλκεί εναντίων μιας λόγιας συνομωσίας, με μία ποιητική και ανθρώπινη εγρήγορση, μακριά από μια σύνθεση παγανιστική και χριστιανική όπως ο Σικελιανός, ή αρχαία και σύγχρονη όπως ο Καβάφης.
Σε καιρούς όπου η λογοτεχνική παιδεία δεν είναι αυτονόητη, και ο 15ασύλλαβος του Σικελιανού προϋποθέτει αναγνώστη υποψιασμένο, ο μινιμαλισμός του Καβάφη λειτουργεί ακαριαία, χωρίς κανόνα και μέτρο και η ειρωνεία του έστω και ως φιλοφρόνηση δίνει μια a priori αναγνώριση της ευφυΐας του αναγνώστη. Η ζωή του ανθρώπου έχει νόημα όταν θυσιάζεται με πάθος και ανιδιοτέλεια στην πνευματική ανύψωση του κοινωνικού συνόλου, αυτή η κοινή ιδιότητα των τριών ποιητών εκφράζεται με τη σημασία της λέξης «ψυχή» του Σικελιανού, ως αυταπάρνηση της ψυχής τους.   








ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ                                                                                         

·         Beaton R.,                        Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία, Ποίηση και
Πεζογραφία, 1821-1992, μτφρ. Ε. Ζούργου – Μ. Σπανάκη, Εκδόσεις
Νεφέλη, Αθήνα 1996.
·         Βογιατζόγλου Α.,            «Η ποίηση του Άγγελου Σικελιανού» στο Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική
                                    Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), τόμος Β, των Βογιατζόγλου Α., Βαρελά
                                    κ.α., εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Καρατάσου Κ.,    «Η ποίηση του Κ. Π. Καβάφη» στο Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική
                                    Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), τόμος Β, των Καρατάσου Κ., Βαρελά
                                    κ.α., εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Κωστίου Κ.,        «Η ποίηση του Κ. Π. Καβάφη» στο Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική
                                    Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), τόμος Β, των Κωστίου Κ., Βαρελά κ.α.,
                                    εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Δάλλας Γ.,            Η δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Κώστα Βάρναλη.
                                    Μελετήματα (αποσπάσματα) από το Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων
                                    στο Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), των
                                    Δάλλα Γ., Μπακογιάννη Μ., κ.α., εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Δημαράς Κ.,        «Μερικές πηγές της καβαφικής τέχνης (απόσπασμα)*» από το
Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων στο Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική
Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), των Τ. Καγιαλή, Μ. Μπακογιάννη κ.α.,
εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Ντούνια Χ.,          «Ο Άγγελος Σικελιανός και το παράδειγμα του Ουώλτ Ουίτμαν»
από το Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων στο Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), των Ντούνια Χ., Μπακογιάννη Μ., κ.α., εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Πατερίδου Γ.,      «Η γενιά του 1880. Πεζογραφία – Ποίηση.» στο Γράμματα ΙΙ:
Νεοελληνική Φιλολογία (19ος & 20ος αι.), τόμος Α, των Πατερίδου Γ.
κ.α., εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 20082.
·         Πολίτη Λ.,            Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 200716.
·         Τζιόβας Δ.,           Μετά την αισθητική, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 20032.
·         Culler J.,,            Λογοτεχνική θεωρία, μια συνοπτική εισαγωγή, μτφρ. Κ. Διαμαντάκου
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 20032.
·         Vitti M.,                Η γενιά του τριάντα, Εκδόσεις Ερμής,  Αθήνα 2006.







[i] Η οργάνωση του ελεύθερου στίχου σε στροφές δεν είναι με βάση τη συμμετρία και την μορφή. (Κωστίου Κ., ό.π., σελ.246)
[ii] Η στίξη δίνει μουσικότητα ως βασικό τέχνασμα καβαφικής ειρωνείας. (Κωστίου Κ., ό.π., σελ.246)
[iii] Ως Έλληνας της διασποράς δεν πήγε ποτέ σ’ ελληνικό σχολείο και δεν επηρεάσθηκε από γλωσσικά κινήματα και η γλώσσα του είναι ιδίωμα των παροικιών της Αλεξάνδρειας και της Κωνσταντινούπολης. Ο Καβάφης έμεινε συνειδητά αμέτοχος στο γλωσσικό ζήτημα.
[iv] Κωστίου Κ., ό.π., σελ.245
[v] Είναι ιστορικό ως προς την ποιητική έκφραση και όχι στο σημασιολογικό περιεχόμενο.
[vi] Ο αισθητισμός υπάρχει ως τέλεια αντίθεση της φύσης στην απόρριψη του φυσικού.
[vii] Ο ποιητής σκηνοθετεί ένα ιστορικό γεγονός με τον ήρωά του και αποφεύγει την απλαισίωτη έκφραση της συγκίνησης. Οι στίχοι του ψέγουν τους ιστορικούς μέσα από φυσιογνωμίες ιστορικές της Αλεξάνδρειας.
[viii] Τζιόβας Δ., ό.π., σελ.141
[ix] Οι τα φαιά φορούντες περί ηθικής μιλούντες, …αυτοί που φαινοτυπικά πρεσβεύουν ιδέες.
[x] Κωστίου Κ., ό.π., σελ.244
[xi] Πολίτη Λ., ό.π., σελ.234
[xii] Ο Αθηναικός ρομαντισμός χαρακτηρίζεται απ’ τη χρήση καθαρεύουσας το στομφώδες ύφος, τη ρητορεία, την απαισιόδοξη διάθεση και την πεισιθάνατη θεματολογία. (Κωστίου Κ., ό.π., σελ.234)
[xiii] (στχ19-21) «…ωραίο κ’ αισθηματικό./ …ονειρώδη συμπαθητική  εμορφιά…»
[xiv] Γαλλικός συμβολισμός: ευκρίνεια των εικόνων ρυθμική εκφορά του στίχου. (Κωστίου Κ., ό.π., σελ.234)
[xv] Η μορφή της μεγάλης Θεάς-Μάνας, αποτελεί το συμβολικό αρχέτυπο της αρμονικής σχέσης του ανθρώπου με τον κόσμο όπου η φύση θα ιερουργεί στην  μυθικοθρησκευτική έκφραση του έρωτα ως κοσμογονικού ρυθμού που ενοποιεί.
[xvi] Συνδυάζει χριστιανικά σύμβολα και εικόνες με παγανιστική αποθέωση της φύσης, και μοιάζει με το ποίημα του Holderlin Friedrich «Brod und Wein», μια ελεγεία που εξυμνεί τόσο τον Ιησού όσο και τον Διόνυσο.
[xvii] Έννοιες-λέξεις μεστές: («ευλάβεια», «ανθεί η ψυχή μου», «η κυρά», «τ’ άνθη», «ο αετός»)
[xviii] Ρωτούσε ο ίδιος τους απλούς ανθρώπους για το νόημα λέξεων που κέντριζαν την προσοχή του. (Βογιατζόγλου Α., ό.π., σελ.271)
[xix] Ντούνια Χ., ό.π., σελ.272
[xx] Η αισθαντικότητα, ως αυθεντική αίσθηση της πραγματικότητας με υπερβατικές αρχές στήριξης του λυρισμού, ως δύναμη για θέληση διαπερνά την αδράνεια με αισθητική αυτοτέλεια απαιτώντας υπερβολική ευπιστία και όπως το κακό sex συνεχίζει χωρίς να τελειώνει.
[xxi] Ντούνια Χ., ό.π., σελ.273
[xxii] Η μελωδική ενορχήστρωση του λόγου είναι η ουσία του λυρισμού του ως πηγαία δημιουργική έννοια και αισθητική απόλαυση του ήχου και του ρυθμού που δημιουργεί μια καθαρή ποίηση απ’ τα σημαντικότερα δείγματα της ελληνικής ποίησης με ομογενοποίηση του διανοητικού και του συναισθηματικού υλικού.
[xxiii] Ο ρομαντισμός και ο υπερρεαλισμός υπήρξαν ιρρασιοναλιστικά κινήματα της λογοκρατίας, όπου με τις ορθολογικές αρχές του διαφωτισμού θεωρήθηκαν σαν ασθένεια ηθικής και ιστορικής εξάρθρωσης της δύσης.
[xxiv] Η σκέψη του υπηρετεί το φιλοσοφικό ρεύμα της αντιλογοκρατίας με καλλιέργεια εσωτερικών δυνάμεων όπως η ενόραση, το ένστικτο, η θέληση, το συναίσθημα, ιδιότητες υπερβατικής τάξης για την ολοκλήρωση του ανθρώπου.
[xxv] Εναντιώνονταν στην πολυδιάσπαση της σύγχρονης ζωής ποθώντας την ενότητα και την ολότητα.
[xxvi] Καρατάσου Κ., ό.π., σελ.288
[xxvii] Διακρίνεται στο ύφος του ο επιφανειακός σολωμισμός με ψηφίδες από κείμενα Κρητικής σχολής, μεταμεσαιωνικών τραγουδιών και εκκλησιαστικών κειμένων. (Δάλλας Γ.,  ό.π., σελ.297)
[xxviii] Δάλλας Γ.,  ό.π., σελ.299
[xxix] «…Καθάρια το πεπρούμενο στο νου μου λαγαρίζει,/ μα σίντα πάω να κουνηθώ λίγο, το σώμα παραλεί,/ πιότερο σφίγγει τ’ άλυτο σκοινί του, που μ’ ορίζει…» (στχ.52.54).
[xxx] «…Του ζωντανού θανάτου εμείς χρόνια καταραμένοι!...» (στχ.60).
[xxxi] Αν και αντιρομαντικός, πρεσβεύει τη σωτηρία ως ρομαντικός απόστολος, στο μεταίχμιο του μοντερνισμού.  
[xxxii] Εξ αιτίας της έκθεσης μιας ανάξιας πραγματικής πτυχής, της θρησκευτικής υποτέλειας.
[xxxiii] Δρα υπαινικτικά στην αριστερή εκδοχή της ρομαντικής ειρωνείας, με απόκλιση μεταξύ της πεπερασμένης ύπαρξης του ανθρώπου και των ολιστικών οραμάτων του.
[xxxiv] Δάλλας Γ.,  ό.π., σελ.285,284
[xxxv] Η λυρική έκφραση είναι ειρωνική και λόγω διασκελισμού της σημασίας από στίχο σε στίχο.
[xxxvi] Ο Καισαρίωνας είναι  σχεδόν αποκομμένος απ’ την ιστορία.
[xxxvii] «…είμαι ποιητής ιστορικός…», «…Εγώ είχα δύο ιδιότητες. Να κάνω ποιήματα και να γράψω ιστορία. Ιστορία δεν έγραψα και είναι αργά πλέον…». (Πολίτη Λ., ό.π., σελ.232)
[xxxviii] (στχ.2) «…την ώρα να περάσω,…».
[xxxix] Ο Καισαρίων λόγω της ομορφιάς του και του τραγικού τέλους του. ασκούσε μεγάλη έλξη στον ποιητή και σε άλλα ποιήματα («Τυανεύς γλύπτης» και «Αλεξανδρινοί βασιλείς» «…αυτόν τον είπαν Βασιλέα των Βασιλέων./…ο Καισαρίων όλο χάρις κι εμορφιά/…κ’ οι Aλεξανδρινοί …ήξευραν,/ τι κούφια λόγια ήσανε αυτές η βασιλείες…»
[xl] (στχ.1) «Εν μέρει γιά νά εξακριβώσω μιά εποχή,…»
[xli] (σχτ.23) «…και τόσο πλήρως σε φαντάσθηκα…»
[xlii] (στχ.25) «…άφισα επίτηδες νά σβύνει…»
[xliii] Το αναπόδραστο υπάρχει στην ιστορία και στο τέλος του ποιήματος.
[xliv] Ο Καβάφης εισάγει υποδόρια ένα ελληνικό παρελθόν απ’ τον χωροχρόνο της ελληνιστικής εποχής. Η Αλεξάνδρεια έχει τις αναμνήσεις του πλούσιου ελληνιστικού παρελθόντος, και είναι έδρα μιας ακμαίας εμπορικής ελληνικής παροικίας.
[xlv] Ο αφηγητής κατακεραυνώνει τους φαύλους (στχ.31) όχι μόνο τους συμβούλους του Οκτάβιου αλλά και το περιβάλλον που υπέθαλπε αυτούς.
[xlvi] Η σημασία της ιστορικής στιγμής, όπου ο Καισαρίωνας «…χλωμός και κουρασμένος…» (στχ.29) συναντά τον εαυτό του ως ποιητική μορφή.
[xlvii] Η φράση «πολυκαισαρίη» (στχ.30) είναι παρμένη από τον Πλούταρχο « ουκ αγαθόν πολυκαισαρίη» η οποία μάλιστα είναι παράφραση του Ομήρου (Ιλιάδα Β204 «ουκ αγαθόν πολυκοιρανίη»)
[xlviii] ισχυριζόταν «Εγώ είμαι ποιητής ιστορικός… αισθάνομαι μέσα μου 125 φωνές να με λέγουν ότι θα μπορούσα να γράψω ιστορίαν».
[xlix] «…Οι άφθονοι έπαινοι κ’ η κολακείες
εις όλους μοιάζουν. Όλοι είναι λαμπροί,
ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί·
κάθ’ επιχείρησίς των σοφοτάτη.
Aν πεις για τες γυναίκες της γενιάς, κι αυτές,
όλες η Βερενίκες κ’ η Κλεοπάτρες θαυμαστές….» (στχ.5-10)
[l] (στχ.16-17) «…λίγες/ γραμμές μονάχα βρίσκονται για σένα,/…»
[li] Δημαράς Κ., ό.π., σελ.241
[lii] Η συμμετοχή που φθάνει μέχρι την ταύτιση σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο
[liii] Beaton R., ό.π., σελ.134 Οι τα φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες.
[liv] όσο την προσδιορίζει τόσο την περιορίζει
[lv] Το θύμα της ειρωνείας (ως δομικό στοιχείο και βασική πηγή συγκίνησης),  δεν γνωρίζει την θέση του εντός της αλλά ο αναγνώστης γνωρίζει τα γεγονότα, αλλά η τραγική ειρωνεία των καταστάσεων είναι όταν οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ή κάνουν πως δεν γνωρίζουν την ανθρώπινη ατέλεια.
[lvi] Κωστίου Κ., ό.π., σελ.274
[lvii] Ντούνια Χ., ό.π., σελ.267 Με την ποίηση μετέχει στη δημιουργική ανέλιξη του κόσμου ενώ ο λυρισμός του είναι η γνήσια μέθοδος απόκτησης συνείδησης στη ζωή.
[lviii] Ρασιοναλισμός είναι η προτεραιότητα στη νοητική λειτουργία. Η λογική όμως υπολείπεται της πραγματικότητας αποδεικνύει το 1930 το θεώρημα της μη πληρότητας του Kurt Gödel, άρα όσα και να πούμε απλώς πλησιάζουμε την αλήθεια, επί της ουσίας δεν υπάρχει. Εν κατακλείδι 15 χρόνια αργότερα δικαιώνεται η προφητεία του Σικελιανού για κατάρρευση της αρχής του ορθολογισμού.
[lix] Έχει την πεποίθηση ότι είναι προορισμένος για ποιητής προφήτης. (Ντούνια Χ., ό.π., σελ.264)
[lx] Στο εισαγωγικό μέρος το ίδιο το ιστορικό πρόσωπο ερμηνεύει ή λέει στοιχεία που αναπαράγει το ίδιο αργότερα. Αντίθετα απ’ τους άλλους δύο ποιητές ο Ιούδας είναι εχθρικός στις ατομικές δεσμεύσεις.
[lxi] Δάλλας Γ.,  ό.π., σελ.296
[lxii] Στα αρνητικά του η αναστολή αντίδρασης στα άμεσα πηγαία και αυθόρμητα ερεθίσματα.
[lxiii] Καρατάσου Κ., ό.π., σελ.310
[lxiv] Ο Ιησούς αποκομμένος απαντά ότι η εξουσία του είναι στον ουρανό (στχ.34,35). (Δάλλας Γ.,  ό.π., σελ.287)

Δεν υπάρχουν σχόλια: